Αυξάνονται τα όρια ηλικίας για
συνταξιοδότηση από 1.1.2013 και μειώνονται αναλογικά όλες οι συντάξεις.
Από την αύξηση των ορίων ηλικίας εξαιρούνται όσοι θεμελιώνουν
συνταξιοδοτικό δικαίωμα έως 31.12.2012.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του πολυνομοσχεδίου επέρχονται οι εξής αλλαγές:
Α) Αύξηση ορίων ηλικίας
Με την προτεινόμενη ρύθμιση επέρχονται μεταβολές ως προς τον απαιτούμενο χρόνο ασφάλισης και το όριο ηλικίας για τη λήψη σύνταξης από τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου του ΟΓΑ, με εξαίρεση το ΝΑΤ.
Ειδικότερα, προβλέπεται ότι για τη συνταξιοδότηση από 1.1.2013 εφαρμόζονται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπονται από 1.1.2015 και εφεξής, όπως διαμορφώνονται με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν.3863/2010. Ταυτόχρονα προστίθενται στα διαμορφούμενα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης δύο επιπλέον έτη.
Για παράδειγμα ασφαλισμένη μητέρα του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ που συμπληρώνει 5.500 ημέρες ασφάλισης από την 1.1.2013 και εφεξής , προκειμένου να συνταξιοδοτηθεί εντός του έτους αυτού θα πρέπει να συμπληρώνει το 67ο έτος της ηλικίας της για πλήρη σύνταξη και το 62ο για μειωμένη σύνταξη.
Η ανωτέρω προβλεπόμενη αύξηση του ορίου ηλικίας κατά δύο έτη, αφορά και όσους πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν μετά την 1.1.2013 με προϋποθέσεις που δεν είχαν μεταβληθεί με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν.3863/2010.
Για παράδειγμα, προκειμένου οι ασφαλισμένοι να συνταξιοδοτηθούν με τη συμπλήρωση 4.500 ημερών ή 15 ετών ασφάλισης, από 1.1.2013 και εφεξής θα απαιτείται η συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας.
Από την ως άνω κατά περίπτωση αύξηση του απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης ή/και του ορίου ηλικίας εξαιρούνται οι ασφαλισμένες που θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα ως μητέρες όπως και οι χήροι πατέρες παιδιών ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία και οι ασφαλισμένοι που έχουν υπαχθεί σε καθεστώς εργασιακής εφεδρείας σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4024/2011.
Οι ασφαλισμένοι που έχουν θεμελιώσει ή κατοχυρώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι 31.12.2012, διατηρούν το δικαίωμα να συνταξιοδοτηθούν οποτεδήποτε με τη συμπλήρωση του κατά περίπτωση απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης και ορίου ηλικίας, χωρίς να θίγονται από τις μεταβολές που επέρχονται στις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης με την παρούσα ρύθμιση από 1.1.2013 και εφεξής.
Για παράδειγμα ασφαλισμένος του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ που συμπληρώνει 10.500 ημέρες ασφάλισης εντός του 2012, θεωρείται ότι έχει κατοχυρωμένο συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι 31.12.2012, και θα συνταξιοδοτηθεί και μετά την 1.1.2013 με τη συμπλήρωση 11.100 ημερών ασφάλισης και ηλικία 59 ετών. Δηλαδή στην περίπτωση αυτή δεν απαιτούνται για τη συνταξιοδότηση του ανωτέρω μετά την 1.1.2013 η συμπλήρωση 12.000 ημερών ασφάλισης.
Επιπλέον, με την παρούσα διάταξη τροποποιείται η περίπτωση α), της παραγράφου 1, του άρθρου 20, του ν. 2434/1996 (Α΄ 188), όπως αυτή είχε τελικώς αντικατασταθεί με την παράγραφο 1, του άρθρου 34, του ν. 3996/2011 (Α΄ 170) και ορίζεται ότι από 1.1.2014, για τη χορήγηση του Ε.Κ.Α.Σ. σε συνταξιούχους γήρατος και θανάτου, απαιτείται η συμπλήρωση του 64ου έτους της ηλικίας. Με την προτεινόμενη διάταξη, το απαιτούμενο όριο ηλικίας για τη χορήγηση του Ε.Κ.Α.Σ. σε συνταξιούχους γήρατος ή θανάτου ορίζεται το 64ο. Ο επαναπροσδιορισμός αυτός κρίνεται απαραίτητος, λόγω της θεσπιζόμενης αύξησης των απαιτούμενων ορίων ηλικίας για συνταξιοδότηση.
Β) Μείωση συντάξεωνΜε την προτεινόμενη ρύθμιση επιβάλλονται από 1.1.2013, στο πλαίσιο του νέου μνημονίου, μειώσεις στις ήδη χορηγούμενες συντάξεις καθώς και σε όσες θα χορηγηθούν από την ημερομηνία αυτή από οποιοδήποτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης και το Δημόσιο. Οι μειώσεις αφορούν όλες ανεξαίρετα τις συντάξεις (κύρια και επικουρική σύνταξη ή μέρισμα, ειδική προσαύξηση ΤΣΜΕΔΕ) από οποιαδήποτε αιτία (γήρατος - αναπηρίας - θανάτου) και από οποιαδήποτε πηγή, δηλαδή από οποιονδήποτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης, το Δημόσιο καθώς και το ΜΤΠΥ και από κάθε άλλη πηγή.
Η μείωση, προκειμένου να είναι σε δικαιότερη βάση γίνεται στο σύνολο της καταβαλλόμενης κύριας σύνταξης ή κύριων συντάξεων ή κύριας και επικουρικής σύνταξης ή μερίσματος που υπερβαίνουν τα 1000,00 ευρώ κατά μήνα.
Η μείωση βαίνει αυξανόμενη, ανάλογα με το ύψος της σύνταξης ή των συντάξεων, προκειμένου τα βάρη να κατανέμονται ανάλογα με την οικονομική δυνατότητα των συνταξιούχων ως εξής :
α. Για ποσά σύνταξης/συντάξεων από 1000,01 έως 1500,00 ευρώ η μείωση ανέρχεται σε 5%.
β. Για ποσά σύνταξης/συντάξεων από 1.500,01 έως 2000,00 ευρώ η μείωση ανέρχεται σε 10%.
γ. Για ποσά σύνταξης/συντάξεων από 2000,01 έως 3000,00 ευρώ η μείωση ανέρχεται σε 15%.
δ. Για ποσά σύνταξης/συντάξεων από 3000,01 έως 4000,00 η μείωση ανέρχεται σε 20%.
ε. Για ποσά σύνταξης/συντάξεων από 4000,01 και άνω η μείωση ανέρχεται σε 25%.
Διασφαλίζεται ταυτόχρονα και στις πέντε ανωτέρω περιπτώσεις το κατά περίπτωση κατώτατο ποσό μετά τις μειώσεις, το οποίο στην περίπτωση α΄ δεν μπορεί να είναι κατώτερο των 1.000,01 ευρώ, στην περίπτωση β΄ των 1.425,01 ευρώ, στην περίπτωση γ΄ των 1.800,01 ευρώ, στην περίπτωση δ΄ των 2.550,01 ευρώ και στην περίπτωση ε΄ των 3.200,01 ευρώ.
Σε όλες τις ανωτέρω α΄ έως ε΄ περιπτώσεις και σε περίπτωση συρροής συντάξεων το ποσόν της μείωσης επιμερίζεται σε κάθε σύνταξη αναλογικά, λαμβάνοντας υπόψη το ποσό της κάθε σύνταξης όπως είχε διαμορφωθεί πριν από τη μείωση.
Το ποσοστό μείωσης θα υπολογίζεται στο ποσό της σύνταξης ή των συντάξεων που εναπομένει μετά τις τυχόν άλλες μειώσεις που έχουν επιβληθεί: α) στις κύριες συντάξεις με το άρθρο 38 του ν. 3863/2010 (Α΄115), με τις παρ. 10 και 11 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011(Α΄ 152), με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 2 του ν. 4024/2011 (Α΄226) και με την παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 4051/2012 (Α΄40) και β) στις επικουρικές συντάξεις με την παρ. 13α του άρθρου 44 του ν. 3986/2011, τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 2 του ν. 4024/2011 και της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 4051/2012.
Τα ποσά των μειώσεων των συντάξεων αποτελούν έσοδα του κάθε ασφαλιστικού φορέα – τομέα από τον οποίο καταβάλλεται η σύνταξη .
Γ) Mειώσεις εφάπαξ βοηθημάτων Με τις προτεινόμενες διατάξεις ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τα εφάπαξ βοηθήματα. Συγκεκριμένα, η Πολιτεία μετά την ψήφιση των ν. 3845/2010 (Α΄ 65) και του Μνημονίου Συνεννόησης του ν. 4046/2012 (Α΄ 28), έχει αναλάβει την υποχρέωση της λήψης συγκεκριμένων μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας. Βασικός στόχος είναι η διαφύλαξη του υπάρχοντος ασφαλιστικού κεφαλαίου και η καταβολή όσο το δυνατόν εξορθολογισμένων παροχών, προκειμένου να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και η εξασφάλιση της μελλοντικής συνέχισης της καταβολής των παροχών τους στους δικαιούχους.
Ειδικότερα, στο Μνημόνιο Συνεννόησης του ν. 4046/2012 προβλέπεται η ρητή δέσμευση - υποχρέωση της Ελληνικής Κυβέρνησης να προβεί σε άμεσες ενέργειες, προκειμένου να εντοπίσει τα ταμεία πρόνοιας για τα οποία τα εφάπαξ ποσά που καταβάλλονται κατά την συνταξιοδότηση δεν είναι εναρμονισμένα με τις εισφορές που καταβλήθηκαν και να αναπροσαρμόσει αναλόγως το ύψος των βοηθημάτων αυτών. Επιπλέον έως 30-6-2012 έπρεπε να γίνουν μεταρρυθμίσεις για να εξαλειφθούν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές και τα ελλείμματα στα ταμεία προνοίας.
Βάσει του ανωτέρω πλαισίου εκπονήθηκε Aναλογιστική Mελέτη Ελέγχου Περιπτώσεων (Case study) από την οποία προέκυψαν οι αναλογιστικές εκτιμήσεις, ανά τομέα πρόνοιας, περιπτώσεων μέσων όρων για την ανταποδοτικότητα εισφορών - παροχών των μέχρι 31-12-1992 ασφαλισμένων που δικαιώθηκαν εφάπαξ βοηθήματα τα έτη 2010 και 2011, προκειμένου να αναπροσαρμοστεί στη συνέχεια το ύψος των χορηγούμενων εφάπαξ βοηθημάτων.
Με την προτεινόμενη διάταξη μειώνονται ποσοστιαία τα εφάπαξ βοηθήματα που χορηγούν οι φορείς- τομείς πρόνοιας σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Aναλογιστικής Mελέτης Ελέγχου Περιπτώσεων (Case study), από την οποία προέκυψαν οι αναλογιστικές εκτιμήσεις αναφορικά με την ανταποδοτικότητα εισφορών-παροχών των εφάπαξ βοηθημάτων των ασφαλισμένων μέχρι 31-12-1992.
Επειδή οι φορείς-τομείς πρόνοιας στην πλειονότητά τους έχουν συσσωρευμένα ελλείμματα και αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα είναι επιτακτική η ανάγκη εισαγωγής μεταρρυθμίσεων για να εξαλειφθούν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές και τα συσσωρευμένα ελλείμματα τους, ώστε να υπάρξει αποτελεσματική και βιώσιμη λύση για την αντιμετώπιση του οικονομικού προβλήματος που παρουσιάζουν, σε αντίθετη περίπτωση σε σύντομο χρόνο δεν θα είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους προς τους ασφαλισμένους τους.
Για το σκοπό αυτό προτείνεται ποσοστιαία μείωση στα εφάπαξ βοηθήματα που χορηγούν οι φορείς- τομείς πρόνοιας στους ασφαλισμένους τους μέχρι 31-12-1992, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Aναλογιστικής Mελέτης Ελέγχου Περιπτώσεων (Case study), από την οποία προέκυψαν οι αναλογιστικές εκτιμήσεις αναφορικά με την ανταποδοτικότητα εισφορών-παροχών.
Καθορίζεται, επίσης, ότι οι μειώσεις στα εφάπαξ βοηθήματα στους ασφαλισμένους του Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ και του Κλάδου Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ του ΤΑΥΤΕΚΩ διενεργούνται μετά την εφαρμογή των μειώσεων που έχουν επιβληθεί στα εφάπαξ βοηθήματα από το έτος 2010 και εφεξής. Mε τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 2 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226) αντικαταστάθηκε η παρ. 5α του άρθρου 44 του ν. 3986/2011 (Α΄ 152) και προβλέφθηκε ότι στους ασφαλισμένους του Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ και του Κλάδου Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ του ΤΑΥΤΕΚΩ, που αποχώρησαν από την υπηρεσία τους από τις 1-1-2010 μέχρι και την 31-12-2010 και δεν έχει εκδοθεί ακόμη η σχετική απόφαση χορήγησης εφάπαξ, το ποσό του εφάπαξ βοηθήματος καταβάλλεται μειωμένο σε ποσοστό 15% και 25% αντίστοιχα, ενώ στους ασφαλισμένους του Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ και του Κλάδου Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ του ΤΑΥΤΕΚΩ, που αποχώρησαν από την υπηρεσία τους από 1-1-2011 και μετά και δεν έχει εκδοθεί ακόμη η σχετική απόφαση χορήγησης εφάπαξ, το ποσό του εφάπαξ βοηθήματος καταβάλλεται μειωμένο σε ποσοστό 20% και 30% αντίστοιχα.
Οι μειώσεις στα εφάπαξ βοηθήματα στους ασφαλισμένους του Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ και του Κλάδου Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ του ΤΑΥΤΕΚΩ διενεργούνται μετά την εφαρμογή των μειώσεων που έχουν επιβληθεί με βάση την προαναφερόμενη νομοθεσία.
Επιπλέον, καθορίζεται ότι η ποσοστιαία μείωση 42,29% στο ποσό του εφάπαξ βοηθήματος που χορηγεί ο Τομέας ΝΠΔΔ του ΤΠΔΥ έχει εφαρμογή και στο ποσό του εφάπαξ βοηθήματος που καταβάλλεται από το νομικό πρόσωπο στο οποίο ετηρείτο ο λογαριασμός του ν. 103/1975 (Α΄ 167).
Σύμφωνα με το άρθρο 21 του ν.3232/2004 (Α΄ 48) το ποσό του εφάπαξ βοηθήματος που δικαιούνται οι αποχωρούντες υπάλληλοι ΝΠΔΔ υπολογίζεται για όλο το χρόνο υπηρεσίας τους που έχει διανυθεί από 1.10.1975 και εφεξής και καταβάλλεται κατ’ αναλογίαν από τον Τομέα ΝΠΔΔ του ΤΠΔΥ για χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε σ’ αυτό και για το οποίο καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές από 1-1-2006 και εφεξής και το υπόλοιπο ποσό από το νομικό πρόσωπο στο οποίο ετηρείτο ο λογαριασμός του ν. 103/1975 για χρόνο υπηρεσίας που διανύθηκε μέχρι 31.12.2005. Επειδή το ποσό του εφάπαξ που χορηγείται από τον Τομέα ΝΠΔΔ του ΤΠΔΥ μειώνεται κατά ποσοστό 42,29% κατά το ίδιο ποσοστό θα πρέπει να μειωθεί και το υπόλοιπο ποσό που χορηγεί το νομικό πρόσωπο στους ασφαλισμένους στο καθεστώς του ν. 103/1975.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση ορίζεται ότι, στα πρόσωπα που δεν έχουν καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής ή οποιασδήποτε άλλης αποζημίωσης καταβάλλεται η αποζημίωση, λόγω αποχώρησης από την υπηρεσία για οποιοδήποτε λόγο και καθορίζεται ως ανώτατο όριο αυτής το ποσό των 15.000,00 ευρώ. Σε όσα πρόσωπα δεν έχουν καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές σε φορείς-τομείς πρόνοιας ή για οποιαδήποτε άλλη αποζημίωση προτείνεται να καταβάλλεται η αποζημίωση, λόγω αποχώρησης από την υπηρεσία για οποιοδήποτε λόγο, του ν. 3198/1955 (Α΄ 98) σε συνδυασμό με το ν. 2112/1920 (Α΄ 67) όπως ισχύουν.
Ειδικότερα, για τους υπαλλήλους του ΟΓΑ, είχε προβλεφθεί με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48) για το χρόνο υπηρεσίας τους που διανύθηκε στον ΟΓΑ μέχρι 31.12.2005, να καταβάλλεται αποζημίωση από τον ΟΓΑ κατά τις διατάξεις του ν. 2112/1920, όπως ορίζεται στην παρ. 8 του άρθρου 42 του κανονισμού κατάστασης προσωπικού ΟΓΑ και στην παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 799/1978 (Α΄ 117). Με την προτεινόμενη διάταξη το ποσό της καταβαλλόμενης αποζημίωσης προβλέπεται να είναι ανάλογο με το χρόνο υπηρεσίας που έχει πραγματοποιηθεί εκτός της ασφάλισης σε φορέα-τομέα πρόνοιας προς το συνολικό χρόνο υπηρεσίας τους και σε καμία περίπτωση να μην υπερβαίνει το ποσό των 15.000,00 ευρώ. Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που ρυθμίζει με διαφορετικό τρόπο τα θέματα που προσδιορίζουν όλες οι προτεινόμενες διατάξεις για τις εφάπαξ παροχές, καταργούνται.
Επίσης, μετά τη ρητή μνημονιακή δέσμευση του ν. 4046/2012 για να γίνουν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, ώστε να εξαλειφθούν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές και τα ελλείμματα στα ταμεία προνοίας είναι επιτακτική η ανάγκη για τον εξορθολογισμό των εφάπαξ παροχών της θέσπισης νέου τρόπου υπολογισμού των εφάπαξ παροχών σε όλους τους φορείς – τομείς πρόνοιας, από 1.1.2014. Προς τούτο, μέχρι 31.12.2012, θα εκδοθεί υπουργική απόφαση, μετά από σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, με την οποία θα καθοριστεί η νέα τεχνική βάση για τις εφάπαξ παροχές των φορέων αυτών.
Δ) Ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών Με τις προτεινόμενες διατάξεις ρυθμίζεται το θέμα της εναρμόνισης του ανώτατου ορίου ασφαλιστέων αποδοχών για παλαιούς και νέους ασφαλισμένους μισθωτούς.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 παρ. 2α του ν. 2084/1992, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 13 παρ. 1 του ν. 3232/2004, η εισφορά για την ασφάλιση αναπηρίας, γήρατος, θανάτου στους φορείς κύριας ασφάλισης που ασφαλίζουν μισθωτούς υπολογίζεται επί των αποδοχών των ασφαλισμένων, οι οποίες κατά μήνα δεν μπορούν να υπερβαίνουν το οκταπλάσιο του κατά το έτος 1991 μέσου μηνιαίου κατά κεφαλή Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (Α.Ε.Π.) αναπροσαρμοζόμενου με το εκάστοτε ποσοστό αύξησης των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων. Η ανωτέρω διάταξη ισχύει για τους από 1.1.1993 και εφεξής ασφαλισμένους των φορέων κύριας ασφάλισης μισθωτών, ενώ κατ’ εφαρμογή του άρθρου 32 παρ. 1 του ν. 2084/1992 ισχύει και στους φορείς επικουρικής ασφάλισης μισθωτών.
Με βάση το ανωτέρω νομοθετικό πλαίσιο, το ανώτατο όριο των ασφαλιστέων αποδοχών των παλαιών ασφαλισμένων των φορέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης μισθωτών διαφέρει από αυτό των νέων ασφαλισμένων και μάλιστα είναι αρκετά χαμηλότερο, με εξαίρεση ορισμένα ειδικά ταμεία που προβλέπουν μεγαλύτερο πλαφόν για τους παλαιούς ασφαλισμένους.
Κρίνεται, λοιπόν, αναγκαία για λόγους ίσης μεταχείρισης παλαιών και νέων ασφαλισμένων η θέσπιση της προτεινόμενης διάταξης, προκειμένου να εναρμονιστούν τα ανώτατα όρια ασφαλιστέων αποδοχών μεταξύ παλαιών και νέων ασφαλισμένων. Τυχόν μεγαλύτερα προβλεπόμενα ανώτατα όρια διατηρούνται.
Με την προτεινόμενη διάταξη καθορίζεται ότι το δικαίωμα των ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας , Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας να αναζητήσει αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές, ανεξαρτήτως της υπαιτιότητας του λαβόντος, υπόκειται σε εικοσαετή παραγραφή.
Σε όλα σχεδόν τα ασφαλιστικά ταμεία, σε αρκετές περιπτώσεις, έχουν χορηγηθεί χρηματικές παροχές αχρεωστήτως, - είτε με υπαιτιότητα των προσώπων που έλαβαν τις παροχές, είτε καλόπιστα, για μεγάλο χρονικό διάστημα που υπερβαίνει σε αρκετές περιπτώσεις τη δεκαετία (ενδεικτικά μπορούν να αναφερθούν παράνομης είσπραξης συντάξεων θανόντων συνταξιούχων που διαπιστώθηκαν με αφορμή την απογραφή δια της φυσικής παρουσίας των συνταξιούχων που διενεργήθηκε από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ το 2011). Για την διαφύλαξη των συμφερόντων των ασφαλιστικών φορέων, κρίνεται απαραίτητο να μπορούν να αναζητήσουν σε χρονικό διάστημα έως 20 έτη (αντί 10 ετών που μέχρι τώρα ίσχυε π.χ. στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) τις αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές .
Ε) Κατάργηση δώρων Χριστουγέννων - Πάσχα και επιδόματος αδείαςΜε την προτεινόμενη ρύθμιση, τα προβλεπόμενα στην παρ.10 του άρθρου τρίτου του ν. 3845/2010 (Α΄65) επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας που καταβάλλεται σε όλους τους συνταξιούχους, από το δημόσιο ή τα ασφαλιστικά ταμεία κύριας ασφάλισης, καθώς και τα δώρα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας, που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη νόμου ή κανονιστική πράξη ή καταστατική διάταξη για τους συνταξιούχους και βοηθηματούχους όλων των φορέων - τομέων επικουρικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, καθώς και του ΟΓΑ και του ΝΑΤ, καταργούνται από 1.1.2013.
Η ανάγκη προσφυγής στο μηχανισμό στήριξης οδήγησε στην ανάγκη να ληφθούν πρόσθετα μέτρα με τις διατάξεις του ν. 3845/2010 (Α΄65) . Ένα από αυτά ήταν η κατάργηση των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα και του επιδόματος αδείας και η αντικατάστασή τους με το επίδομα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας που καταβάλλεται σε όλους τους συνταξιούχους, από το δημόσιο ή τα ασφαλιστικά ταμεία κύριας ασφάλισης, που ανέρχεται στο ύψος των 400 ευρώ για το επίδομα Χριστουγέννων και 200 ευρώ για το δώρο Πάσχα και το επίδομα αδείας αντίστοιχα.
Στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης ενέπιπταν αρχικά οι ασφαλισμένοι στον ΟΓΑ. Για τη χορήγηση των επιδομάτων αυτών τέθηκαν δύο περιορισμοί: α) ο δικαιούχος να μην έχει υπερβεί το 60ο έτος της ηλικίας του. Από τον περιορισμό αυτό εξαιρούνταν όσοι ελάμβαναν πολεμική σύνταξη, ή σύνταξη λόγω ανικανότητας ή αναπηρίας ή είχαν συνταξιοδοτηθεί αναγκαστικά δυνάμει ειδικών διατάξεων, καθώς και οι δικαιούχοι εκ μεταβιβάσεως εφόσον είτε δεν είχαν υπερβεί το 18ο έτος της ηλικίας τους και εάν σπούδαζαν το 24ο της ηλικίας τους, είτε ήταν ανίκανοι για άσκηση οποιουδήποτε βιοποριστικού επαγγέλματός σε ποσοστό μεγαλύτερο του 67% και β) να μην υπερέβαινε η σύνταξή τους το ποσό των 2.500,00 ευρώ κατά μήνα. Αν υπερέβαινε το ύψος αυτό περικόπτονταν αναλόγως και τα επιδόματα δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και επίδομα αδείας.
Με τις διατάξεις του άρθρου 65 του ν.2084/92 (Α΄165) προβλέπεται από τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, μεταξύ των οποίων και οι φορείς επικουρικής ασφάλισης, με την ευκαιρία των εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα κάθε έτους η χορήγηση δώρου στους συνταξιούχους και βοηθηματούχους ποσού ίσου με μια μηνιαία σύνταξη κατά τις εορτές των Χριστουγέννων και μισή σύνταξη κατά τις εορτές του Πάσχα.
Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 28 του ν. 4476/65 (Α΄103), στους συνταξιούχους και βοηθηματούχους μισθωτούς Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας παρέχεται κατά το μήνα Αύγουστο κάθε έτους πρόσθετο βοήθημα ίσο προς το ήμισυ της μηνιαίας σύνταξης ή βοηθήματος μετά των αναλογούντων πάσης φύσεως επιδομάτων.
Πέραν των ανωτέρω μειώσεων των εν λόγω δώρων και επιδόματος αδείας, οι νέες δημοσιονομικές ανάγκες απαιτούν την περαιτέρω μείωση των κρατικών δαπανών. Μεταξύ των άλλων μέτρων περιστολής των δημοσίων δαπανών κρίθηκε σκόπιμη και αναγκαία η περικοπή όλων των δώρων και του επιδόματος αδείας για όλους τους ασφαλιστικούς οργανισμούς και όλους τους συνταξιούχους, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα όλων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και η εξασφάλιση της μελλοντικής συνέχισης της καταβολής των παροχών στους δικαιούχους.
ΣΤ) Κατάργηση συνδικαλιστικών συντάξεων και νομοθεσίας τ. ΤΕΑΕΥΕΕΟΜε την προτεινόμενη ρύθμιση διακόπτεται από 1.1.2013 η καταβολή των ειδικών συνδικαλιστικών συντάξεων και η εφαρμογή των καταστατικών διατάξεων του τ. ΤΕΑΕΥΕΕΟ. Ειδικότερα, το Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Εκπροσώπων και Υπαλλήλων Εργατικών Επαγγελματικών Οργανώσεων (ΤΕΑΕΥΕΕΟ) συστάθηκε με τις διατάξεις του α.ν. 971/1937 (Α΄ 482). Με το άρθρο 26 του ν. 2676/1999 (Α' 1), το ΤΕΑΕΥΕΕΟ συγχωνεύτηκε από 1.5.1999 στο ΙΚΑ – TEAM (στη συνέχεια ΕΤΕΑΜ και σήμερα ΕΤΕΑ). Με την παρ. 4 του άρθρου 26 του ιδίου νόμου έχει προβλεφθεί ότι οι ασφαλισμένοι του Ταμείου καθίστανται ασφαλισμένοι του ΕΤΕΑΜ και η ασφαλιστική τους σχέση μετά από τη συγχώνευση διέπεται από τις διατάξεις του Καταστατικού του τ. Ταμείου. Επίσης, σύμφωνα με την παρ. 5 του ίδιου άρθρου και νόμου, στη περίπτωση καταβολής συντάξεων από το ΤΕΑΕΥΕΕΟ και το ΕΤΕΑΜ ή άλλο φορέα επικουρικής ασφάλισης, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις περί διπλοσυνταξιούχων.
Σημειώνεται ότι στο τ. Ταμείο ασφαλίζονταν δύο κατηγορίες προσώπων: α) οι εκπρόσωποι εργατικών επαγγελματικών οργανώσεων και β) οι υπάλληλοι των ανωτέρω οργανώσεων και του Ταμείου (μέχρι 27.4.1978). Μετά τη συγχώνευση, εξακολούθησαν να ασφαλίζονται στο ΕΤΕΑΜ όσα συνδικαλιστικά στελέχη ήταν ήδη ασφαλισμένα στο τ. ΤΕΑΕΥΕΕΟ για την ιδιότητά τους αυτή, ενώ εξαιρέθηκαν όσοι αποκτούν την συνδικαλιστική ιδιότητα από 1.5.1999 και μετά. Συνεπεία των ανωτέρω, εξακολουθούν μέχρι σήμερα να καταβάλλονται από το τ. ΕΤΕΑΜ (νυν ΕΤΕΑ) συντάξεις σε συνδικαλιστές για την ιδιότητά τους αυτή, εκτός της επικουρικής σύνταξης για την παροχή εργασίας. Οι συντάξεις αυτές υπολογίζονται σε μη ανταποδοτική βάση ασφαλιστικών εισφορών και παροχών.
Στο γενικότερο πλαίσιο εξορθολογισμού του ασφαλιστικού συστήματος και εξοικονόμησης πόρων, προβλέπεται η διακοπή από 1.1.2013 των συντάξεων που καταβάλλονται από το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (τ. ΕΤΕΑΜ) σε εκπροσώπους συνδικαλιστικών οργανώσεων που ασφαλίζονταν για την ιδιότητά τους αυτή στο τέως ΤΕΑΕΥΕΕΟ, καθώς και στα δικαιοδόχα μέλη τους. Για λόγους κοινωνικής μέριμνας προς τις πλέον ευπαθείς ομάδες προβλέπεται η συνέχιση καταβολής σύνταξης στα πρόσωπα της ανωτέρω κατηγορίας και τα μέλη της οικογενείας τους, εφόσον δεν εργάζονται και δεν λαμβάνουν σύνταξη από οποιονδήποτε άλλο φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, ανεξαρτήτως ονομασίας και νομικής μορφής, ή το Δημόσιο.
Προβλέπεται, επίσης, ότι από 1.1.2013 διακόπτεται η ασφάλιση στο ΕΤΕΑ (τ. ΕΤΕΑΜ) των συνδικαλιστών που ήταν ήδη ασφαλισμένοι, για την ιδιότητά τους αυτή, στο τ. ΤΕΑΕΥΕΕΟ. Προτείνεται, τέλος, για τη δεύτερη κατηγορία ασφαλισμένων του τ. ΤΕΑΕΥΕΕΟ (υπάλληλοι επαγγελματικών οργανώσεων και του τ. Ταμείου ) η κατάργηση των ευνοϊκών καταστατικών διατάξεων του τέως Ταμείου, οι οποίες εξακολούθησαν να ισχύουν μετά τη συγχώνευσή του στο τ. ΕΤΕΑΜ, καθώς δημιουργούν άνιση μεταχείριση σε βάρος των λοιπών ασφαλισμένων του τ. ΕΤΕΑΜ και προβλήματα στις Υπηρεσίες του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ από τις οποίες εξυπηρετείται το εν λόγω Ταμείο.
Ζ) Ανασχεδιασμός συνταξιοδότησης ανασφάλιστων υπερηλίκωνΜε την προτεινόμενη ρύθμιση τίθεται ως απαραίτητη προϋπόθεση, μεταξύ των άλλων, για τη χορήγηση της παροχής στους ανασφάλιστους υπερήλικες, να μη λαμβάνουν ή να μη δικαιούνται οι ενδιαφερόμενοι σύνταξη από οποιοδήποτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης, στην Ελλάδα ή το εξωτερικό, ανεξάρτητα από το ύψος αυτής.
Επίσης, τίθεται ως προϋπόθεση η συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας, η δε προϋπόθεση της μόνιμης διαμονής στην Ελλάδα, που είχε τεθεί με τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 2β του ν.3863/2010 (Α΄ 115 ) και επρόκειτο να ισχύσει από 1.1.2015, θα ισχύει πλέον από 1.1.2013, με την προσθήκη όμως πέντε επιπλέον ετών διαμονής, ήτοι συνολικά είκοσι ετών μόνιμης και νόμιμης διαμονής στην Ελλάδα. Επίσης, διαμορφώνονται τα εισοδηματικά κριτήρια του ετήσιου ατομικού και οικογενειακού εισοδήματος με βάση το σύνολο της καταβαλλόμενης ετήσιας παροχής προς τους ανασφάλιστους υπερήλικες, όπως αυτή διαμορφώνεται από 1-1-2013 και εφεξής. Τα εισοδηματικά κριτήρια θα αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Οικονομικών.
Προβλέπεται, επίσης, η έκδοση απόφασης του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, με την οποία θα καθορίζεται αναλυτικά ο τρόπος ελέγχου των εισοδηματικών κριτηρίων, ο οποίος θα γίνεται με βάση τα εισοδήματα που δηλώνονται στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικονομικού έτους, που προηγείται αυτού εντός του οποίου υποβάλλεται η αίτηση συνταξιοδότησης. Στην εν λόγω απόφαση θα προβλέπεται επίσης για πρώτη φορά ο συνυπολογισμός στο ατομικό καθώς και στο οικογενειακό εισόδημα και των εισοδημάτων από κάθε άλλη πηγή, όπως είναι τα εισοδήματα από οικονομικές ενισχύσεις, ισόβια σύνταξη πολύτεκνης μητέρας, άλλες συντάξεις και επιδόματα στην Ελλάδα και το εξωτερικό, τόκους καταθέσεων και κάθε άλλο εισόδημα που δεν έχει δηλωθεί, ακόμα και εάν απαλλάσσεται από το φόρο.
Μέριμνα λαμβάνεται για όσους έχουν κύρια ιδιοκατοικούμενη κατοικία μέχρι 80 τετραγωνικών μέτρων, αφού η αντικειμενική δαπάνη που προκύπτει από αυτήν δεν υπολογίζεται στο εισόδημα.
Τέλος, με την ίδια απόφαση θα ορίζονται η διαδικασία, τα δικαιολογητικά, ο τρόπος απόδειξης της μόνιμης κατοικίας καθώς και η έναρξη, συνέχιση, αναστολή, διακοπή και επαναχορήγηση της σύνταξης καθώς και οι συνέπειες από την υποβολή ανακριβών ή ψευδών στοιχείων.
Η προτεινόμενη ρύθμιση αποσκοπεί στο να λαμβάνουν την παροχή οι πραγματικά ανασφάλιστοι που δε λαμβάνουν σύνταξη από οποιοδήποτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης και κατά συνέπεια δεν δικαιούνται υγειονομική περίθαλψη και έχουν πολύ μικρά εισοδήματα.
Επιπλέον, ρυθμίζεται το θέμα υπολογισμού των ληξιπρόθεσμων εισφορών των ασφαλισμένων του ΟΓΑ που δεν έχουν καταβληθεί ή δεν θα καταβληθούν μέχρι 31-12-2012 ώστε να υπολογίζονται με ασφάλιστρο 2,50% και επί του ποσού της ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 4 του ν.2458/1997 που έχει καταταγεί ο ασφαλισμένος στο ύψος όμως του ποσού, που ισχύει κατά το χρόνο καταβολής-εξόφλησης αυτών.
Κάντε like το keratsinivoice στο facebook
Follow us στο twitter
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του πολυνομοσχεδίου επέρχονται οι εξής αλλαγές:
Α) Αύξηση ορίων ηλικίας
Με την προτεινόμενη ρύθμιση επέρχονται μεταβολές ως προς τον απαιτούμενο χρόνο ασφάλισης και το όριο ηλικίας για τη λήψη σύνταξης από τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου του ΟΓΑ, με εξαίρεση το ΝΑΤ.
Ειδικότερα, προβλέπεται ότι για τη συνταξιοδότηση από 1.1.2013 εφαρμόζονται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπονται από 1.1.2015 και εφεξής, όπως διαμορφώνονται με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν.3863/2010. Ταυτόχρονα προστίθενται στα διαμορφούμενα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης δύο επιπλέον έτη.
Για παράδειγμα ασφαλισμένη μητέρα του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ που συμπληρώνει 5.500 ημέρες ασφάλισης από την 1.1.2013 και εφεξής , προκειμένου να συνταξιοδοτηθεί εντός του έτους αυτού θα πρέπει να συμπληρώνει το 67ο έτος της ηλικίας της για πλήρη σύνταξη και το 62ο για μειωμένη σύνταξη.
Η ανωτέρω προβλεπόμενη αύξηση του ορίου ηλικίας κατά δύο έτη, αφορά και όσους πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν μετά την 1.1.2013 με προϋποθέσεις που δεν είχαν μεταβληθεί με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν.3863/2010.
Για παράδειγμα, προκειμένου οι ασφαλισμένοι να συνταξιοδοτηθούν με τη συμπλήρωση 4.500 ημερών ή 15 ετών ασφάλισης, από 1.1.2013 και εφεξής θα απαιτείται η συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας.
Από την ως άνω κατά περίπτωση αύξηση του απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης ή/και του ορίου ηλικίας εξαιρούνται οι ασφαλισμένες που θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα ως μητέρες όπως και οι χήροι πατέρες παιδιών ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία και οι ασφαλισμένοι που έχουν υπαχθεί σε καθεστώς εργασιακής εφεδρείας σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4024/2011.
Οι ασφαλισμένοι που έχουν θεμελιώσει ή κατοχυρώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι 31.12.2012, διατηρούν το δικαίωμα να συνταξιοδοτηθούν οποτεδήποτε με τη συμπλήρωση του κατά περίπτωση απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης και ορίου ηλικίας, χωρίς να θίγονται από τις μεταβολές που επέρχονται στις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης με την παρούσα ρύθμιση από 1.1.2013 και εφεξής.
Για παράδειγμα ασφαλισμένος του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ που συμπληρώνει 10.500 ημέρες ασφάλισης εντός του 2012, θεωρείται ότι έχει κατοχυρωμένο συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι 31.12.2012, και θα συνταξιοδοτηθεί και μετά την 1.1.2013 με τη συμπλήρωση 11.100 ημερών ασφάλισης και ηλικία 59 ετών. Δηλαδή στην περίπτωση αυτή δεν απαιτούνται για τη συνταξιοδότηση του ανωτέρω μετά την 1.1.2013 η συμπλήρωση 12.000 ημερών ασφάλισης.
Επιπλέον, με την παρούσα διάταξη τροποποιείται η περίπτωση α), της παραγράφου 1, του άρθρου 20, του ν. 2434/1996 (Α΄ 188), όπως αυτή είχε τελικώς αντικατασταθεί με την παράγραφο 1, του άρθρου 34, του ν. 3996/2011 (Α΄ 170) και ορίζεται ότι από 1.1.2014, για τη χορήγηση του Ε.Κ.Α.Σ. σε συνταξιούχους γήρατος και θανάτου, απαιτείται η συμπλήρωση του 64ου έτους της ηλικίας. Με την προτεινόμενη διάταξη, το απαιτούμενο όριο ηλικίας για τη χορήγηση του Ε.Κ.Α.Σ. σε συνταξιούχους γήρατος ή θανάτου ορίζεται το 64ο. Ο επαναπροσδιορισμός αυτός κρίνεται απαραίτητος, λόγω της θεσπιζόμενης αύξησης των απαιτούμενων ορίων ηλικίας για συνταξιοδότηση.
Β) Μείωση συντάξεωνΜε την προτεινόμενη ρύθμιση επιβάλλονται από 1.1.2013, στο πλαίσιο του νέου μνημονίου, μειώσεις στις ήδη χορηγούμενες συντάξεις καθώς και σε όσες θα χορηγηθούν από την ημερομηνία αυτή από οποιοδήποτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης και το Δημόσιο. Οι μειώσεις αφορούν όλες ανεξαίρετα τις συντάξεις (κύρια και επικουρική σύνταξη ή μέρισμα, ειδική προσαύξηση ΤΣΜΕΔΕ) από οποιαδήποτε αιτία (γήρατος - αναπηρίας - θανάτου) και από οποιαδήποτε πηγή, δηλαδή από οποιονδήποτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης, το Δημόσιο καθώς και το ΜΤΠΥ και από κάθε άλλη πηγή.
Η μείωση, προκειμένου να είναι σε δικαιότερη βάση γίνεται στο σύνολο της καταβαλλόμενης κύριας σύνταξης ή κύριων συντάξεων ή κύριας και επικουρικής σύνταξης ή μερίσματος που υπερβαίνουν τα 1000,00 ευρώ κατά μήνα.
Η μείωση βαίνει αυξανόμενη, ανάλογα με το ύψος της σύνταξης ή των συντάξεων, προκειμένου τα βάρη να κατανέμονται ανάλογα με την οικονομική δυνατότητα των συνταξιούχων ως εξής :
α. Για ποσά σύνταξης/συντάξεων από 1000,01 έως 1500,00 ευρώ η μείωση ανέρχεται σε 5%.
β. Για ποσά σύνταξης/συντάξεων από 1.500,01 έως 2000,00 ευρώ η μείωση ανέρχεται σε 10%.
γ. Για ποσά σύνταξης/συντάξεων από 2000,01 έως 3000,00 ευρώ η μείωση ανέρχεται σε 15%.
δ. Για ποσά σύνταξης/συντάξεων από 3000,01 έως 4000,00 η μείωση ανέρχεται σε 20%.
ε. Για ποσά σύνταξης/συντάξεων από 4000,01 και άνω η μείωση ανέρχεται σε 25%.
Διασφαλίζεται ταυτόχρονα και στις πέντε ανωτέρω περιπτώσεις το κατά περίπτωση κατώτατο ποσό μετά τις μειώσεις, το οποίο στην περίπτωση α΄ δεν μπορεί να είναι κατώτερο των 1.000,01 ευρώ, στην περίπτωση β΄ των 1.425,01 ευρώ, στην περίπτωση γ΄ των 1.800,01 ευρώ, στην περίπτωση δ΄ των 2.550,01 ευρώ και στην περίπτωση ε΄ των 3.200,01 ευρώ.
Σε όλες τις ανωτέρω α΄ έως ε΄ περιπτώσεις και σε περίπτωση συρροής συντάξεων το ποσόν της μείωσης επιμερίζεται σε κάθε σύνταξη αναλογικά, λαμβάνοντας υπόψη το ποσό της κάθε σύνταξης όπως είχε διαμορφωθεί πριν από τη μείωση.
Το ποσοστό μείωσης θα υπολογίζεται στο ποσό της σύνταξης ή των συντάξεων που εναπομένει μετά τις τυχόν άλλες μειώσεις που έχουν επιβληθεί: α) στις κύριες συντάξεις με το άρθρο 38 του ν. 3863/2010 (Α΄115), με τις παρ. 10 και 11 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011(Α΄ 152), με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 2 του ν. 4024/2011 (Α΄226) και με την παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 4051/2012 (Α΄40) και β) στις επικουρικές συντάξεις με την παρ. 13α του άρθρου 44 του ν. 3986/2011, τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 2 του ν. 4024/2011 και της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 4051/2012.
Τα ποσά των μειώσεων των συντάξεων αποτελούν έσοδα του κάθε ασφαλιστικού φορέα – τομέα από τον οποίο καταβάλλεται η σύνταξη .
Γ) Mειώσεις εφάπαξ βοηθημάτων Με τις προτεινόμενες διατάξεις ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τα εφάπαξ βοηθήματα. Συγκεκριμένα, η Πολιτεία μετά την ψήφιση των ν. 3845/2010 (Α΄ 65) και του Μνημονίου Συνεννόησης του ν. 4046/2012 (Α΄ 28), έχει αναλάβει την υποχρέωση της λήψης συγκεκριμένων μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας. Βασικός στόχος είναι η διαφύλαξη του υπάρχοντος ασφαλιστικού κεφαλαίου και η καταβολή όσο το δυνατόν εξορθολογισμένων παροχών, προκειμένου να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και η εξασφάλιση της μελλοντικής συνέχισης της καταβολής των παροχών τους στους δικαιούχους.
Ειδικότερα, στο Μνημόνιο Συνεννόησης του ν. 4046/2012 προβλέπεται η ρητή δέσμευση - υποχρέωση της Ελληνικής Κυβέρνησης να προβεί σε άμεσες ενέργειες, προκειμένου να εντοπίσει τα ταμεία πρόνοιας για τα οποία τα εφάπαξ ποσά που καταβάλλονται κατά την συνταξιοδότηση δεν είναι εναρμονισμένα με τις εισφορές που καταβλήθηκαν και να αναπροσαρμόσει αναλόγως το ύψος των βοηθημάτων αυτών. Επιπλέον έως 30-6-2012 έπρεπε να γίνουν μεταρρυθμίσεις για να εξαλειφθούν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές και τα ελλείμματα στα ταμεία προνοίας.
Βάσει του ανωτέρω πλαισίου εκπονήθηκε Aναλογιστική Mελέτη Ελέγχου Περιπτώσεων (Case study) από την οποία προέκυψαν οι αναλογιστικές εκτιμήσεις, ανά τομέα πρόνοιας, περιπτώσεων μέσων όρων για την ανταποδοτικότητα εισφορών - παροχών των μέχρι 31-12-1992 ασφαλισμένων που δικαιώθηκαν εφάπαξ βοηθήματα τα έτη 2010 και 2011, προκειμένου να αναπροσαρμοστεί στη συνέχεια το ύψος των χορηγούμενων εφάπαξ βοηθημάτων.
Με την προτεινόμενη διάταξη μειώνονται ποσοστιαία τα εφάπαξ βοηθήματα που χορηγούν οι φορείς- τομείς πρόνοιας σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Aναλογιστικής Mελέτης Ελέγχου Περιπτώσεων (Case study), από την οποία προέκυψαν οι αναλογιστικές εκτιμήσεις αναφορικά με την ανταποδοτικότητα εισφορών-παροχών των εφάπαξ βοηθημάτων των ασφαλισμένων μέχρι 31-12-1992.
Επειδή οι φορείς-τομείς πρόνοιας στην πλειονότητά τους έχουν συσσωρευμένα ελλείμματα και αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα είναι επιτακτική η ανάγκη εισαγωγής μεταρρυθμίσεων για να εξαλειφθούν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές και τα συσσωρευμένα ελλείμματα τους, ώστε να υπάρξει αποτελεσματική και βιώσιμη λύση για την αντιμετώπιση του οικονομικού προβλήματος που παρουσιάζουν, σε αντίθετη περίπτωση σε σύντομο χρόνο δεν θα είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους προς τους ασφαλισμένους τους.
Για το σκοπό αυτό προτείνεται ποσοστιαία μείωση στα εφάπαξ βοηθήματα που χορηγούν οι φορείς- τομείς πρόνοιας στους ασφαλισμένους τους μέχρι 31-12-1992, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Aναλογιστικής Mελέτης Ελέγχου Περιπτώσεων (Case study), από την οποία προέκυψαν οι αναλογιστικές εκτιμήσεις αναφορικά με την ανταποδοτικότητα εισφορών-παροχών.
Καθορίζεται, επίσης, ότι οι μειώσεις στα εφάπαξ βοηθήματα στους ασφαλισμένους του Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ και του Κλάδου Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ του ΤΑΥΤΕΚΩ διενεργούνται μετά την εφαρμογή των μειώσεων που έχουν επιβληθεί στα εφάπαξ βοηθήματα από το έτος 2010 και εφεξής. Mε τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 2 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226) αντικαταστάθηκε η παρ. 5α του άρθρου 44 του ν. 3986/2011 (Α΄ 152) και προβλέφθηκε ότι στους ασφαλισμένους του Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ και του Κλάδου Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ του ΤΑΥΤΕΚΩ, που αποχώρησαν από την υπηρεσία τους από τις 1-1-2010 μέχρι και την 31-12-2010 και δεν έχει εκδοθεί ακόμη η σχετική απόφαση χορήγησης εφάπαξ, το ποσό του εφάπαξ βοηθήματος καταβάλλεται μειωμένο σε ποσοστό 15% και 25% αντίστοιχα, ενώ στους ασφαλισμένους του Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ και του Κλάδου Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ του ΤΑΥΤΕΚΩ, που αποχώρησαν από την υπηρεσία τους από 1-1-2011 και μετά και δεν έχει εκδοθεί ακόμη η σχετική απόφαση χορήγησης εφάπαξ, το ποσό του εφάπαξ βοηθήματος καταβάλλεται μειωμένο σε ποσοστό 20% και 30% αντίστοιχα.
Οι μειώσεις στα εφάπαξ βοηθήματα στους ασφαλισμένους του Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ και του Κλάδου Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ του ΤΑΥΤΕΚΩ διενεργούνται μετά την εφαρμογή των μειώσεων που έχουν επιβληθεί με βάση την προαναφερόμενη νομοθεσία.
Επιπλέον, καθορίζεται ότι η ποσοστιαία μείωση 42,29% στο ποσό του εφάπαξ βοηθήματος που χορηγεί ο Τομέας ΝΠΔΔ του ΤΠΔΥ έχει εφαρμογή και στο ποσό του εφάπαξ βοηθήματος που καταβάλλεται από το νομικό πρόσωπο στο οποίο ετηρείτο ο λογαριασμός του ν. 103/1975 (Α΄ 167).
Σύμφωνα με το άρθρο 21 του ν.3232/2004 (Α΄ 48) το ποσό του εφάπαξ βοηθήματος που δικαιούνται οι αποχωρούντες υπάλληλοι ΝΠΔΔ υπολογίζεται για όλο το χρόνο υπηρεσίας τους που έχει διανυθεί από 1.10.1975 και εφεξής και καταβάλλεται κατ’ αναλογίαν από τον Τομέα ΝΠΔΔ του ΤΠΔΥ για χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε σ’ αυτό και για το οποίο καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές από 1-1-2006 και εφεξής και το υπόλοιπο ποσό από το νομικό πρόσωπο στο οποίο ετηρείτο ο λογαριασμός του ν. 103/1975 για χρόνο υπηρεσίας που διανύθηκε μέχρι 31.12.2005. Επειδή το ποσό του εφάπαξ που χορηγείται από τον Τομέα ΝΠΔΔ του ΤΠΔΥ μειώνεται κατά ποσοστό 42,29% κατά το ίδιο ποσοστό θα πρέπει να μειωθεί και το υπόλοιπο ποσό που χορηγεί το νομικό πρόσωπο στους ασφαλισμένους στο καθεστώς του ν. 103/1975.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση ορίζεται ότι, στα πρόσωπα που δεν έχουν καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής ή οποιασδήποτε άλλης αποζημίωσης καταβάλλεται η αποζημίωση, λόγω αποχώρησης από την υπηρεσία για οποιοδήποτε λόγο και καθορίζεται ως ανώτατο όριο αυτής το ποσό των 15.000,00 ευρώ. Σε όσα πρόσωπα δεν έχουν καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές σε φορείς-τομείς πρόνοιας ή για οποιαδήποτε άλλη αποζημίωση προτείνεται να καταβάλλεται η αποζημίωση, λόγω αποχώρησης από την υπηρεσία για οποιοδήποτε λόγο, του ν. 3198/1955 (Α΄ 98) σε συνδυασμό με το ν. 2112/1920 (Α΄ 67) όπως ισχύουν.
Ειδικότερα, για τους υπαλλήλους του ΟΓΑ, είχε προβλεφθεί με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48) για το χρόνο υπηρεσίας τους που διανύθηκε στον ΟΓΑ μέχρι 31.12.2005, να καταβάλλεται αποζημίωση από τον ΟΓΑ κατά τις διατάξεις του ν. 2112/1920, όπως ορίζεται στην παρ. 8 του άρθρου 42 του κανονισμού κατάστασης προσωπικού ΟΓΑ και στην παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 799/1978 (Α΄ 117). Με την προτεινόμενη διάταξη το ποσό της καταβαλλόμενης αποζημίωσης προβλέπεται να είναι ανάλογο με το χρόνο υπηρεσίας που έχει πραγματοποιηθεί εκτός της ασφάλισης σε φορέα-τομέα πρόνοιας προς το συνολικό χρόνο υπηρεσίας τους και σε καμία περίπτωση να μην υπερβαίνει το ποσό των 15.000,00 ευρώ. Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που ρυθμίζει με διαφορετικό τρόπο τα θέματα που προσδιορίζουν όλες οι προτεινόμενες διατάξεις για τις εφάπαξ παροχές, καταργούνται.
Επίσης, μετά τη ρητή μνημονιακή δέσμευση του ν. 4046/2012 για να γίνουν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, ώστε να εξαλειφθούν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές και τα ελλείμματα στα ταμεία προνοίας είναι επιτακτική η ανάγκη για τον εξορθολογισμό των εφάπαξ παροχών της θέσπισης νέου τρόπου υπολογισμού των εφάπαξ παροχών σε όλους τους φορείς – τομείς πρόνοιας, από 1.1.2014. Προς τούτο, μέχρι 31.12.2012, θα εκδοθεί υπουργική απόφαση, μετά από σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, με την οποία θα καθοριστεί η νέα τεχνική βάση για τις εφάπαξ παροχές των φορέων αυτών.
Δ) Ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών Με τις προτεινόμενες διατάξεις ρυθμίζεται το θέμα της εναρμόνισης του ανώτατου ορίου ασφαλιστέων αποδοχών για παλαιούς και νέους ασφαλισμένους μισθωτούς.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 παρ. 2α του ν. 2084/1992, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 13 παρ. 1 του ν. 3232/2004, η εισφορά για την ασφάλιση αναπηρίας, γήρατος, θανάτου στους φορείς κύριας ασφάλισης που ασφαλίζουν μισθωτούς υπολογίζεται επί των αποδοχών των ασφαλισμένων, οι οποίες κατά μήνα δεν μπορούν να υπερβαίνουν το οκταπλάσιο του κατά το έτος 1991 μέσου μηνιαίου κατά κεφαλή Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (Α.Ε.Π.) αναπροσαρμοζόμενου με το εκάστοτε ποσοστό αύξησης των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων. Η ανωτέρω διάταξη ισχύει για τους από 1.1.1993 και εφεξής ασφαλισμένους των φορέων κύριας ασφάλισης μισθωτών, ενώ κατ’ εφαρμογή του άρθρου 32 παρ. 1 του ν. 2084/1992 ισχύει και στους φορείς επικουρικής ασφάλισης μισθωτών.
Με βάση το ανωτέρω νομοθετικό πλαίσιο, το ανώτατο όριο των ασφαλιστέων αποδοχών των παλαιών ασφαλισμένων των φορέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης μισθωτών διαφέρει από αυτό των νέων ασφαλισμένων και μάλιστα είναι αρκετά χαμηλότερο, με εξαίρεση ορισμένα ειδικά ταμεία που προβλέπουν μεγαλύτερο πλαφόν για τους παλαιούς ασφαλισμένους.
Κρίνεται, λοιπόν, αναγκαία για λόγους ίσης μεταχείρισης παλαιών και νέων ασφαλισμένων η θέσπιση της προτεινόμενης διάταξης, προκειμένου να εναρμονιστούν τα ανώτατα όρια ασφαλιστέων αποδοχών μεταξύ παλαιών και νέων ασφαλισμένων. Τυχόν μεγαλύτερα προβλεπόμενα ανώτατα όρια διατηρούνται.
Με την προτεινόμενη διάταξη καθορίζεται ότι το δικαίωμα των ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας , Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας να αναζητήσει αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές, ανεξαρτήτως της υπαιτιότητας του λαβόντος, υπόκειται σε εικοσαετή παραγραφή.
Σε όλα σχεδόν τα ασφαλιστικά ταμεία, σε αρκετές περιπτώσεις, έχουν χορηγηθεί χρηματικές παροχές αχρεωστήτως, - είτε με υπαιτιότητα των προσώπων που έλαβαν τις παροχές, είτε καλόπιστα, για μεγάλο χρονικό διάστημα που υπερβαίνει σε αρκετές περιπτώσεις τη δεκαετία (ενδεικτικά μπορούν να αναφερθούν παράνομης είσπραξης συντάξεων θανόντων συνταξιούχων που διαπιστώθηκαν με αφορμή την απογραφή δια της φυσικής παρουσίας των συνταξιούχων που διενεργήθηκε από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ το 2011). Για την διαφύλαξη των συμφερόντων των ασφαλιστικών φορέων, κρίνεται απαραίτητο να μπορούν να αναζητήσουν σε χρονικό διάστημα έως 20 έτη (αντί 10 ετών που μέχρι τώρα ίσχυε π.χ. στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) τις αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές .
Ε) Κατάργηση δώρων Χριστουγέννων - Πάσχα και επιδόματος αδείαςΜε την προτεινόμενη ρύθμιση, τα προβλεπόμενα στην παρ.10 του άρθρου τρίτου του ν. 3845/2010 (Α΄65) επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας που καταβάλλεται σε όλους τους συνταξιούχους, από το δημόσιο ή τα ασφαλιστικά ταμεία κύριας ασφάλισης, καθώς και τα δώρα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας, που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη νόμου ή κανονιστική πράξη ή καταστατική διάταξη για τους συνταξιούχους και βοηθηματούχους όλων των φορέων - τομέων επικουρικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, καθώς και του ΟΓΑ και του ΝΑΤ, καταργούνται από 1.1.2013.
Η ανάγκη προσφυγής στο μηχανισμό στήριξης οδήγησε στην ανάγκη να ληφθούν πρόσθετα μέτρα με τις διατάξεις του ν. 3845/2010 (Α΄65) . Ένα από αυτά ήταν η κατάργηση των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα και του επιδόματος αδείας και η αντικατάστασή τους με το επίδομα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας που καταβάλλεται σε όλους τους συνταξιούχους, από το δημόσιο ή τα ασφαλιστικά ταμεία κύριας ασφάλισης, που ανέρχεται στο ύψος των 400 ευρώ για το επίδομα Χριστουγέννων και 200 ευρώ για το δώρο Πάσχα και το επίδομα αδείας αντίστοιχα.
Στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης ενέπιπταν αρχικά οι ασφαλισμένοι στον ΟΓΑ. Για τη χορήγηση των επιδομάτων αυτών τέθηκαν δύο περιορισμοί: α) ο δικαιούχος να μην έχει υπερβεί το 60ο έτος της ηλικίας του. Από τον περιορισμό αυτό εξαιρούνταν όσοι ελάμβαναν πολεμική σύνταξη, ή σύνταξη λόγω ανικανότητας ή αναπηρίας ή είχαν συνταξιοδοτηθεί αναγκαστικά δυνάμει ειδικών διατάξεων, καθώς και οι δικαιούχοι εκ μεταβιβάσεως εφόσον είτε δεν είχαν υπερβεί το 18ο έτος της ηλικίας τους και εάν σπούδαζαν το 24ο της ηλικίας τους, είτε ήταν ανίκανοι για άσκηση οποιουδήποτε βιοποριστικού επαγγέλματός σε ποσοστό μεγαλύτερο του 67% και β) να μην υπερέβαινε η σύνταξή τους το ποσό των 2.500,00 ευρώ κατά μήνα. Αν υπερέβαινε το ύψος αυτό περικόπτονταν αναλόγως και τα επιδόματα δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και επίδομα αδείας.
Με τις διατάξεις του άρθρου 65 του ν.2084/92 (Α΄165) προβλέπεται από τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, μεταξύ των οποίων και οι φορείς επικουρικής ασφάλισης, με την ευκαιρία των εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα κάθε έτους η χορήγηση δώρου στους συνταξιούχους και βοηθηματούχους ποσού ίσου με μια μηνιαία σύνταξη κατά τις εορτές των Χριστουγέννων και μισή σύνταξη κατά τις εορτές του Πάσχα.
Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 28 του ν. 4476/65 (Α΄103), στους συνταξιούχους και βοηθηματούχους μισθωτούς Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας παρέχεται κατά το μήνα Αύγουστο κάθε έτους πρόσθετο βοήθημα ίσο προς το ήμισυ της μηνιαίας σύνταξης ή βοηθήματος μετά των αναλογούντων πάσης φύσεως επιδομάτων.
Πέραν των ανωτέρω μειώσεων των εν λόγω δώρων και επιδόματος αδείας, οι νέες δημοσιονομικές ανάγκες απαιτούν την περαιτέρω μείωση των κρατικών δαπανών. Μεταξύ των άλλων μέτρων περιστολής των δημοσίων δαπανών κρίθηκε σκόπιμη και αναγκαία η περικοπή όλων των δώρων και του επιδόματος αδείας για όλους τους ασφαλιστικούς οργανισμούς και όλους τους συνταξιούχους, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα όλων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και η εξασφάλιση της μελλοντικής συνέχισης της καταβολής των παροχών στους δικαιούχους.
ΣΤ) Κατάργηση συνδικαλιστικών συντάξεων και νομοθεσίας τ. ΤΕΑΕΥΕΕΟΜε την προτεινόμενη ρύθμιση διακόπτεται από 1.1.2013 η καταβολή των ειδικών συνδικαλιστικών συντάξεων και η εφαρμογή των καταστατικών διατάξεων του τ. ΤΕΑΕΥΕΕΟ. Ειδικότερα, το Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Εκπροσώπων και Υπαλλήλων Εργατικών Επαγγελματικών Οργανώσεων (ΤΕΑΕΥΕΕΟ) συστάθηκε με τις διατάξεις του α.ν. 971/1937 (Α΄ 482). Με το άρθρο 26 του ν. 2676/1999 (Α' 1), το ΤΕΑΕΥΕΕΟ συγχωνεύτηκε από 1.5.1999 στο ΙΚΑ – TEAM (στη συνέχεια ΕΤΕΑΜ και σήμερα ΕΤΕΑ). Με την παρ. 4 του άρθρου 26 του ιδίου νόμου έχει προβλεφθεί ότι οι ασφαλισμένοι του Ταμείου καθίστανται ασφαλισμένοι του ΕΤΕΑΜ και η ασφαλιστική τους σχέση μετά από τη συγχώνευση διέπεται από τις διατάξεις του Καταστατικού του τ. Ταμείου. Επίσης, σύμφωνα με την παρ. 5 του ίδιου άρθρου και νόμου, στη περίπτωση καταβολής συντάξεων από το ΤΕΑΕΥΕΕΟ και το ΕΤΕΑΜ ή άλλο φορέα επικουρικής ασφάλισης, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις περί διπλοσυνταξιούχων.
Σημειώνεται ότι στο τ. Ταμείο ασφαλίζονταν δύο κατηγορίες προσώπων: α) οι εκπρόσωποι εργατικών επαγγελματικών οργανώσεων και β) οι υπάλληλοι των ανωτέρω οργανώσεων και του Ταμείου (μέχρι 27.4.1978). Μετά τη συγχώνευση, εξακολούθησαν να ασφαλίζονται στο ΕΤΕΑΜ όσα συνδικαλιστικά στελέχη ήταν ήδη ασφαλισμένα στο τ. ΤΕΑΕΥΕΕΟ για την ιδιότητά τους αυτή, ενώ εξαιρέθηκαν όσοι αποκτούν την συνδικαλιστική ιδιότητα από 1.5.1999 και μετά. Συνεπεία των ανωτέρω, εξακολουθούν μέχρι σήμερα να καταβάλλονται από το τ. ΕΤΕΑΜ (νυν ΕΤΕΑ) συντάξεις σε συνδικαλιστές για την ιδιότητά τους αυτή, εκτός της επικουρικής σύνταξης για την παροχή εργασίας. Οι συντάξεις αυτές υπολογίζονται σε μη ανταποδοτική βάση ασφαλιστικών εισφορών και παροχών.
Στο γενικότερο πλαίσιο εξορθολογισμού του ασφαλιστικού συστήματος και εξοικονόμησης πόρων, προβλέπεται η διακοπή από 1.1.2013 των συντάξεων που καταβάλλονται από το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (τ. ΕΤΕΑΜ) σε εκπροσώπους συνδικαλιστικών οργανώσεων που ασφαλίζονταν για την ιδιότητά τους αυτή στο τέως ΤΕΑΕΥΕΕΟ, καθώς και στα δικαιοδόχα μέλη τους. Για λόγους κοινωνικής μέριμνας προς τις πλέον ευπαθείς ομάδες προβλέπεται η συνέχιση καταβολής σύνταξης στα πρόσωπα της ανωτέρω κατηγορίας και τα μέλη της οικογενείας τους, εφόσον δεν εργάζονται και δεν λαμβάνουν σύνταξη από οποιονδήποτε άλλο φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, ανεξαρτήτως ονομασίας και νομικής μορφής, ή το Δημόσιο.
Προβλέπεται, επίσης, ότι από 1.1.2013 διακόπτεται η ασφάλιση στο ΕΤΕΑ (τ. ΕΤΕΑΜ) των συνδικαλιστών που ήταν ήδη ασφαλισμένοι, για την ιδιότητά τους αυτή, στο τ. ΤΕΑΕΥΕΕΟ. Προτείνεται, τέλος, για τη δεύτερη κατηγορία ασφαλισμένων του τ. ΤΕΑΕΥΕΕΟ (υπάλληλοι επαγγελματικών οργανώσεων και του τ. Ταμείου ) η κατάργηση των ευνοϊκών καταστατικών διατάξεων του τέως Ταμείου, οι οποίες εξακολούθησαν να ισχύουν μετά τη συγχώνευσή του στο τ. ΕΤΕΑΜ, καθώς δημιουργούν άνιση μεταχείριση σε βάρος των λοιπών ασφαλισμένων του τ. ΕΤΕΑΜ και προβλήματα στις Υπηρεσίες του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ από τις οποίες εξυπηρετείται το εν λόγω Ταμείο.
Ζ) Ανασχεδιασμός συνταξιοδότησης ανασφάλιστων υπερηλίκωνΜε την προτεινόμενη ρύθμιση τίθεται ως απαραίτητη προϋπόθεση, μεταξύ των άλλων, για τη χορήγηση της παροχής στους ανασφάλιστους υπερήλικες, να μη λαμβάνουν ή να μη δικαιούνται οι ενδιαφερόμενοι σύνταξη από οποιοδήποτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης, στην Ελλάδα ή το εξωτερικό, ανεξάρτητα από το ύψος αυτής.
Επίσης, τίθεται ως προϋπόθεση η συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας, η δε προϋπόθεση της μόνιμης διαμονής στην Ελλάδα, που είχε τεθεί με τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 2β του ν.3863/2010 (Α΄ 115 ) και επρόκειτο να ισχύσει από 1.1.2015, θα ισχύει πλέον από 1.1.2013, με την προσθήκη όμως πέντε επιπλέον ετών διαμονής, ήτοι συνολικά είκοσι ετών μόνιμης και νόμιμης διαμονής στην Ελλάδα. Επίσης, διαμορφώνονται τα εισοδηματικά κριτήρια του ετήσιου ατομικού και οικογενειακού εισοδήματος με βάση το σύνολο της καταβαλλόμενης ετήσιας παροχής προς τους ανασφάλιστους υπερήλικες, όπως αυτή διαμορφώνεται από 1-1-2013 και εφεξής. Τα εισοδηματικά κριτήρια θα αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Οικονομικών.
Προβλέπεται, επίσης, η έκδοση απόφασης του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, με την οποία θα καθορίζεται αναλυτικά ο τρόπος ελέγχου των εισοδηματικών κριτηρίων, ο οποίος θα γίνεται με βάση τα εισοδήματα που δηλώνονται στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικονομικού έτους, που προηγείται αυτού εντός του οποίου υποβάλλεται η αίτηση συνταξιοδότησης. Στην εν λόγω απόφαση θα προβλέπεται επίσης για πρώτη φορά ο συνυπολογισμός στο ατομικό καθώς και στο οικογενειακό εισόδημα και των εισοδημάτων από κάθε άλλη πηγή, όπως είναι τα εισοδήματα από οικονομικές ενισχύσεις, ισόβια σύνταξη πολύτεκνης μητέρας, άλλες συντάξεις και επιδόματα στην Ελλάδα και το εξωτερικό, τόκους καταθέσεων και κάθε άλλο εισόδημα που δεν έχει δηλωθεί, ακόμα και εάν απαλλάσσεται από το φόρο.
Μέριμνα λαμβάνεται για όσους έχουν κύρια ιδιοκατοικούμενη κατοικία μέχρι 80 τετραγωνικών μέτρων, αφού η αντικειμενική δαπάνη που προκύπτει από αυτήν δεν υπολογίζεται στο εισόδημα.
Τέλος, με την ίδια απόφαση θα ορίζονται η διαδικασία, τα δικαιολογητικά, ο τρόπος απόδειξης της μόνιμης κατοικίας καθώς και η έναρξη, συνέχιση, αναστολή, διακοπή και επαναχορήγηση της σύνταξης καθώς και οι συνέπειες από την υποβολή ανακριβών ή ψευδών στοιχείων.
Η προτεινόμενη ρύθμιση αποσκοπεί στο να λαμβάνουν την παροχή οι πραγματικά ανασφάλιστοι που δε λαμβάνουν σύνταξη από οποιοδήποτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης και κατά συνέπεια δεν δικαιούνται υγειονομική περίθαλψη και έχουν πολύ μικρά εισοδήματα.
Επιπλέον, ρυθμίζεται το θέμα υπολογισμού των ληξιπρόθεσμων εισφορών των ασφαλισμένων του ΟΓΑ που δεν έχουν καταβληθεί ή δεν θα καταβληθούν μέχρι 31-12-2012 ώστε να υπολογίζονται με ασφάλιστρο 2,50% και επί του ποσού της ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 4 του ν.2458/1997 που έχει καταταγεί ο ασφαλισμένος στο ύψος όμως του ποσού, που ισχύει κατά το χρόνο καταβολής-εξόφλησης αυτών.
Κάντε like το keratsinivoice στο facebook
Follow us στο twitter
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου