Η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης βρίσκεται στη δίνη μεγάλης πολιτικής αστάθειας μετά το ηχηρό «όχι» των Ιταλών στο δημοψήφισμα για την συνταγματική αναθεώρηση.
Εκ πρώτης όψεως ένα «όχι» για ένα εσωτερικό θέμα μιας χώρας δεν έχει λόγο να επηρεάσει όλοκληρη την Ευρώπη. Όμως η πραγματικότητα είναι διαφορετική, καθώς αυτοί που ακολουθούν πίσω από τον Ματέο Ρέντσι είναι τουλάχιστον... απρόβλεπτοι.
Το μεγάλο ερώτημα που απασχολεί τους Ευρωπαίους αυτή τη στιγμή είναι πού βαδίζει η Ιταλία τελικά.
Η ιταλική κάλπη άλλωστε έβγαλε ένα αποτέλεσμα που είναι το τρίτο «χαστούκι» για την Ευρώπη μέσα σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Το Brexit είναι δεδομένο, ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ και το τελευταίο χτύπημα, η ήττα του Ματέο Ρέντσι, δημιουργούν νέα δεδομένα στον Ευρωπαϊκό χώρο.
Το θέμα είναι πόσα χτυπήματα μπορεί να αντέξει η Ευρώπη και η ευρωζώνη, καθώς δεν μπορούν να αποκλειστούν εξελίξεις μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα.
Η κακή οικονομική κατάσταση της Ιταλίας είναι γνωστή. Το 12% των Ιταλών μαστίζεται από την ανεργία, ενώ στους νέους το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 40%. Το δημόσιο χρέος έχει σκαρφαλώσει πάνω από 130% του ΑΕΠ και είναι το δεύτερο υψηλότερο μετά από αυτό της Ελλάδας. Σε καθαρά νούμερα το δημόσιο χρέος των Ιταλών είναι 2,2 τρισ. ευρώ... Την ίδια στιγμή τα κόκκινα δάνεια στην κατοχή των ιταλικών τραπεζών φθάνουν τα 300 με 380 δισεκατομμύρια.
Πλέον το «όχι» στο δημοψήφισμα δίνει σε πολλούς - ακραίους και μη - τη δυνατότητα να πουν όχι στις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, όχι στα μέτρα λιτότητας, όχι στο κατεστημένο και βέβαια στο τέλος ένα μεγάλο «όχι» στο ευρώ και την ΕΕ. Ειδικά αυτό το τελευταίο όχι δεν θα το άντεχε η ήδη τραυματισμένη ευρωζώνη, αφού θα έφερνε ραγδαίες εξελίξεις, τεράστια αναταραχή, θα ζητούσαν και άλλοι να φύγουν και στο τέλος θα γκρεμιζόταν το κοινό νόμισμα.
Δυστυχώς ή ευτυχώς στην περίπτωση της Ιταλίας, λόγω μεγέθους της οικονομίας, δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να λειτουργήσει ούτε ένα πακέτο στήριξης, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, της Ιρλανδίας ή της Πορτογαλίας. Το μέγεθος του θα ήταν τέτοιο που οι υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης απλά δεν θα μπορούσαν να το σηκώσουν.
Υπάρχουν μάλιστα ειδικοί που μιλούν ακόμα και για πιθανή έξοδο της Ιταλίας από την ευρωζώνη. Ο αμερικανός νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς έλεγε σε συνέντευξή του ότι «οι Ιταλοί συνειδητοποιούν ότι η Ιταλία δεν μπορεί να λειτουργήσει εντός του ευρώ». Απαισιόδοξος είναι και ο γερμανός οικονομολόγος Χανς-Βέρνερ Ζιν: «Οι πιθανότητες μακροπρόθεσμης παραμονής της Ιταλίας στο ευρώ μειώνονται χρόνο με το χρόνο».
Οι αντιδράσεις των Ευρωπαίων είναι ακόμη σπασμωδικές και κινούνται στους γνώριμους τόνους μπροστά από τις κάμερες.
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δήλωσε προσερχόμενος στη συνεδρίαση του Eurogroup ότι δεν υπάρχει λόγος να ξεσπάσει κρίση στην ευρωζώνη μετά το αποτέλεσμα του ιταλικού δημοψηφίσματος. Ο Σόιμπλε τόνισε ότι η ΕΕ θα πρέπει να αντιμετωπίσει με ηρεμία το θέμα της Ιταλίας, ενώ πρόσθεσε ότι έχει ήδη συνομιλήσει με τον Ιταλό ομόλογό του και του υπογράμμισε το γεγονός ότι η χώρα χρειάζεται άμεσα μια λειτουργική κυβέρνηση.
Παράλληλα ο Γερμανός υπουργός εκτίμησε ότι η Ρώμη θα πρέπει να συνεχίσει την οικονομική πολιτική του απερχόμενου πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι. Σημειώνεται άλλωστε ότι ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών Πιερ Κάρλο Πάντοαν δεν θα συμμετάσχει σήμερα στη συνεδρίαση του Eurogroup στις Βρυξέλλες, καθώς είναι μεταξύ των υποψήφιων διαδόχων του Ιταλού πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι, ο οποίος παραιτήθηκε μετά την επικράτηση του «όχι» στο δημοψήφισμα.
Βάσει του συντάγματος ο πρόεδρος της χώρας Σέρτζιο Ματαρέλα είναι αυτός που ορίζει τι θα συμβεί στη συνέχεια και έχει πολλές επιλογές.
Μετά την παραίτησή του, την οποία ο Ρέντσι πρέπει να υποβάλλει στο υπουργικό συμβούλιο, ο Ματαρέλα ενδέχεται να του ζητήσει να σχηματίσει νέα κυβέρνηση. Είναι σε θέση να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου, είτε με την παρούσα πλειοψηφία του, είτε με μία νέα πλειοψηφία στην οποία θα περιληφθεί και η Forza Italia του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, όπως αυτός το έχει αφήσει να εννοηθεί τις τελευταίες ημέρες.
Όμως μετά την ανακοίνωση που έκανε σήμερα τα ξημερώματα ο Ρέντσι, αυτό το ενδεχόμενο δεν μοιάζει πιθανό. «Η εμπειρία μου ως επικεφαλής της κυβέρνησης σταματά εδώ» δήλωσε. Επίσης η συντριπτική νίκη του «όχι» με 59,11% απομακρύνει την πιθανότητα αυτή.
Το πιθανότερο σενάριο ο ορισμός κυβέρνησης τεχνοκρατών
Το πιθανότερο σενάριο είναι μια κυβέρνηση με τεχνοκράτες. Ο Σέρτζιο Ματαρέλα διορίζει πρωθυπουργό πρόσωπο που θα έχει την υποστήριξη της σημερινής πλειοψηφίας ή μίας νέας διευρυμένης πλειοψηφίας.
Πολλά ονόματα κυκλοφορούν στο πλαίσιο του σεναρίου αυτού: του σημερινού υπουργού Οικονομικών Πιερ Κάρλο Πάντοαν, του υπουργού Οικονομικής Ανάπτυξης Κάρλο Καλέντα, του προέδρου της Γερουσίας Πιέτρο Γκράσο.
Η κυβέρνηση αυτή αναμένεται να αναλάβει την κατάρτιση και την υιοθέτηση του προϋπολογισμού του 2017 και την τροποποίηση του εκλογικού νόμου εν όψει πρόωρων εκλογών.
Το νέο δημοψήφισμα για έξοδο από το ευρώ και ο Μπέπε Γκρίλο
Ωστόσο ακόμη και σε αυτό το σενάριο, στην κυβέρνηση των τεχνοκρατών, οι εξελίξεις δεν μπορούν να αποτραπούν εύκολα. Άλλωστε το μόνο που θα γίνει σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι να κερδίσει χρόνο το κόμμα του Ρέντσι για να αναδιοργανωθεί και να ανακόψει τη δυναμική του Μπέπε Γκρίλο, ενώ ταυτόχρονα να αλλάξει ο εκλογικός νόμος για να δυσκολέψουν το Κίνημα Πέντε Αστέρων. Όμως με μια κυβέρνηση τεχνοκρατών στην εξουσία ο Γκρίλο είναι αυτός που θα ενισχυθεί τελικά.
Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, το οποίο οι δημοσκοπήσεις δίνουν νικητή σε περίπτωση εκλογών με το ισχύον πλειοψηφικό σύστημα, επιδιώκει την προσφυγή στις κάλπες το συντομότερο δυνατόν.
Όμως όλες οι άλλες πολιτικές παρατάξεις είναι αντίθετες με τη διεξαγωγή εκλογών πριν από την επιστροφή σε ένα αναλογικότερο εκλογικό σύστημα ακριβώς επειδή φοβούνται μια νίκη του Κινήματος των Πέντε Αστέρων. Προτιμούν να προηγηθεί η τροποποίηση του εκλογικού νόμου από τη Βουλή των Αντιπροσώπων προς μια αναλογική μορφή.
Σε κάθε περίπτωση ο κωμικός Μπέπε Γκρίλο έχει τεράστια δυναμική αυτή τη στιγμή. Εμφανίζεται ως ο πατέρας της νίκης του «όχι».
Ο στόχος του είναι ένας. Τουλάχιστον προεκλογικά... το Κίνημα των Πέντε Αστέρων και η Λίγκα του Βορρά έχουν υποσχεθεί, εάν έρθουν στην εξουσία, να κάνουν δημοψήφισμα για τη συμμετοχή της Ιταλίας στη νομισματική ένωση, ενώ οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι από όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., η στήριξη της Ιταλίας στο ευρώ είναι μια από τις χαμηλότερες.
Βέβαια κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει αν τελικά ο Γκρίλο έρθει στην εξουσία.
Οι τράπεζες ο μεγαλύτερος κίνδυνος
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την ιταλική αλλά και και προφανώς για την ευρωπαϊκή οικονομία προέρχεται από τις ιταλικές τράπεζες, οι οποίες μαστίζονται από υπέρογκα κόκκινα δάνεια και πολλές από αυτές χρειάζονται ανακεφαλαιοποίηση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση απαιτούσε πριν από λίγους μήνες από τον Ρέντσι να ακολουθήσει τη μέθοδο του bail in, δηλαδή του κουρέματος των καταθέσεων στις ιταλικές τράπεζες.
Ο Ρέντσι είχε σαφώς δηλώσει στη Μέρκελ ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ στην Ιταλία, η Γερμανία είχε υποχωρήσει και ο Ρέντσι είχε αποφασίσει να καλύψει τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών με αυξήσεις κεφαλαίου από την αγορά αλλά και από τον Προϋπολογισμό αν χρειαστεί σπάζοντας τους ευρωπαϊκούς κανόνες.
Η νίκη του Ρέντσι απέναντι στη Μέρκελ δεν έγινε επειδή η Γερμανίδα «αγάπησε» ξαφνικά τους Ιταλούς. Δεν πρέπει κανείς να ξεχνάει ότι η Ιταλία είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.
Οι διεθνείς οικονομικοί αναλυτές φοβούνται ότι η ανακεφαλαιοποίηση των ιταλικών τραπεζών θα είναι πολύ δύσκολη επειδή οι επενδυτές θα φοβηθούν να τοποθετήσουν κεφάλαια σε μια χώρα με πολιτική αστάθεια. Αν οι επενδυτές δεν βάλουν λεφτά, θα χρειαστεί η κυβέρνηση να βάλει σημαντικά κεφάλαια από τον ιταλικό προϋπολογισμό δεδομένου ότι τα κόκκινα δάνεια ανέρχονται επισήμως σε 380 δισ. ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση, ο ιταλικός προϋπολογισμός δεν αντέχει τόσο μεγάλο ποσό, καθώς το δημόσιο χρέος της χώρας ξεπερνά το 132% του ΑΕΠ, ποσοστό που θεωρείται ήδη ιδιαίτερα υψηλό με βάση τα διεθνή κριτήρια.
Μάλιστα οι Ιταλοί δεν μπορούν να προσβλέπουν σε βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ενωση, αφού με βάση τους ευρωπαϊκούς νόμους για να ενισχύσει η Ε.Ε. ένα τραπεζικό σύστημα πρέπει πρώτα να έχει προηγηθεί bail in, δηλαδή κούρεμα όλων των καταθέσεων, εν΄η επιβολή μνημονίου σε μια τόσο μεγάλη οικονομία είναι αδύνατη.
Τουλάχιστον πάντως για σήμερα, Δευτέρα, στις ευρωπαϊκές αγορές υπάρχει σχετική ηρεμία, καθώς την κατάσταση της Ιταλίας σώζει για την ώρα με παρεμβάσεις του ο Μάριο Ντράγκι.
Εκ πρώτης όψεως ένα «όχι» για ένα εσωτερικό θέμα μιας χώρας δεν έχει λόγο να επηρεάσει όλοκληρη την Ευρώπη. Όμως η πραγματικότητα είναι διαφορετική, καθώς αυτοί που ακολουθούν πίσω από τον Ματέο Ρέντσι είναι τουλάχιστον... απρόβλεπτοι.
Το μεγάλο ερώτημα που απασχολεί τους Ευρωπαίους αυτή τη στιγμή είναι πού βαδίζει η Ιταλία τελικά.
Η ιταλική κάλπη άλλωστε έβγαλε ένα αποτέλεσμα που είναι το τρίτο «χαστούκι» για την Ευρώπη μέσα σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Το Brexit είναι δεδομένο, ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ και το τελευταίο χτύπημα, η ήττα του Ματέο Ρέντσι, δημιουργούν νέα δεδομένα στον Ευρωπαϊκό χώρο.
Το θέμα είναι πόσα χτυπήματα μπορεί να αντέξει η Ευρώπη και η ευρωζώνη, καθώς δεν μπορούν να αποκλειστούν εξελίξεις μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα.
Η κακή οικονομική κατάσταση της Ιταλίας είναι γνωστή. Το 12% των Ιταλών μαστίζεται από την ανεργία, ενώ στους νέους το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 40%. Το δημόσιο χρέος έχει σκαρφαλώσει πάνω από 130% του ΑΕΠ και είναι το δεύτερο υψηλότερο μετά από αυτό της Ελλάδας. Σε καθαρά νούμερα το δημόσιο χρέος των Ιταλών είναι 2,2 τρισ. ευρώ... Την ίδια στιγμή τα κόκκινα δάνεια στην κατοχή των ιταλικών τραπεζών φθάνουν τα 300 με 380 δισεκατομμύρια.
Πλέον το «όχι» στο δημοψήφισμα δίνει σε πολλούς - ακραίους και μη - τη δυνατότητα να πουν όχι στις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, όχι στα μέτρα λιτότητας, όχι στο κατεστημένο και βέβαια στο τέλος ένα μεγάλο «όχι» στο ευρώ και την ΕΕ. Ειδικά αυτό το τελευταίο όχι δεν θα το άντεχε η ήδη τραυματισμένη ευρωζώνη, αφού θα έφερνε ραγδαίες εξελίξεις, τεράστια αναταραχή, θα ζητούσαν και άλλοι να φύγουν και στο τέλος θα γκρεμιζόταν το κοινό νόμισμα.
Δυστυχώς ή ευτυχώς στην περίπτωση της Ιταλίας, λόγω μεγέθους της οικονομίας, δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να λειτουργήσει ούτε ένα πακέτο στήριξης, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, της Ιρλανδίας ή της Πορτογαλίας. Το μέγεθος του θα ήταν τέτοιο που οι υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης απλά δεν θα μπορούσαν να το σηκώσουν.
Υπάρχουν μάλιστα ειδικοί που μιλούν ακόμα και για πιθανή έξοδο της Ιταλίας από την ευρωζώνη. Ο αμερικανός νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς έλεγε σε συνέντευξή του ότι «οι Ιταλοί συνειδητοποιούν ότι η Ιταλία δεν μπορεί να λειτουργήσει εντός του ευρώ». Απαισιόδοξος είναι και ο γερμανός οικονομολόγος Χανς-Βέρνερ Ζιν: «Οι πιθανότητες μακροπρόθεσμης παραμονής της Ιταλίας στο ευρώ μειώνονται χρόνο με το χρόνο».
Οι αντιδράσεις των Ευρωπαίων είναι ακόμη σπασμωδικές και κινούνται στους γνώριμους τόνους μπροστά από τις κάμερες.
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δήλωσε προσερχόμενος στη συνεδρίαση του Eurogroup ότι δεν υπάρχει λόγος να ξεσπάσει κρίση στην ευρωζώνη μετά το αποτέλεσμα του ιταλικού δημοψηφίσματος. Ο Σόιμπλε τόνισε ότι η ΕΕ θα πρέπει να αντιμετωπίσει με ηρεμία το θέμα της Ιταλίας, ενώ πρόσθεσε ότι έχει ήδη συνομιλήσει με τον Ιταλό ομόλογό του και του υπογράμμισε το γεγονός ότι η χώρα χρειάζεται άμεσα μια λειτουργική κυβέρνηση.
Παράλληλα ο Γερμανός υπουργός εκτίμησε ότι η Ρώμη θα πρέπει να συνεχίσει την οικονομική πολιτική του απερχόμενου πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι. Σημειώνεται άλλωστε ότι ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών Πιερ Κάρλο Πάντοαν δεν θα συμμετάσχει σήμερα στη συνεδρίαση του Eurogroup στις Βρυξέλλες, καθώς είναι μεταξύ των υποψήφιων διαδόχων του Ιταλού πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι, ο οποίος παραιτήθηκε μετά την επικράτηση του «όχι» στο δημοψήφισμα.
Βάσει του συντάγματος ο πρόεδρος της χώρας Σέρτζιο Ματαρέλα είναι αυτός που ορίζει τι θα συμβεί στη συνέχεια και έχει πολλές επιλογές.
Μετά την παραίτησή του, την οποία ο Ρέντσι πρέπει να υποβάλλει στο υπουργικό συμβούλιο, ο Ματαρέλα ενδέχεται να του ζητήσει να σχηματίσει νέα κυβέρνηση. Είναι σε θέση να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου, είτε με την παρούσα πλειοψηφία του, είτε με μία νέα πλειοψηφία στην οποία θα περιληφθεί και η Forza Italia του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, όπως αυτός το έχει αφήσει να εννοηθεί τις τελευταίες ημέρες.
Όμως μετά την ανακοίνωση που έκανε σήμερα τα ξημερώματα ο Ρέντσι, αυτό το ενδεχόμενο δεν μοιάζει πιθανό. «Η εμπειρία μου ως επικεφαλής της κυβέρνησης σταματά εδώ» δήλωσε. Επίσης η συντριπτική νίκη του «όχι» με 59,11% απομακρύνει την πιθανότητα αυτή.
Το πιθανότερο σενάριο ο ορισμός κυβέρνησης τεχνοκρατών
Το πιθανότερο σενάριο είναι μια κυβέρνηση με τεχνοκράτες. Ο Σέρτζιο Ματαρέλα διορίζει πρωθυπουργό πρόσωπο που θα έχει την υποστήριξη της σημερινής πλειοψηφίας ή μίας νέας διευρυμένης πλειοψηφίας.
Πολλά ονόματα κυκλοφορούν στο πλαίσιο του σεναρίου αυτού: του σημερινού υπουργού Οικονομικών Πιερ Κάρλο Πάντοαν, του υπουργού Οικονομικής Ανάπτυξης Κάρλο Καλέντα, του προέδρου της Γερουσίας Πιέτρο Γκράσο.
Η κυβέρνηση αυτή αναμένεται να αναλάβει την κατάρτιση και την υιοθέτηση του προϋπολογισμού του 2017 και την τροποποίηση του εκλογικού νόμου εν όψει πρόωρων εκλογών.
Το νέο δημοψήφισμα για έξοδο από το ευρώ και ο Μπέπε Γκρίλο
Ωστόσο ακόμη και σε αυτό το σενάριο, στην κυβέρνηση των τεχνοκρατών, οι εξελίξεις δεν μπορούν να αποτραπούν εύκολα. Άλλωστε το μόνο που θα γίνει σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι να κερδίσει χρόνο το κόμμα του Ρέντσι για να αναδιοργανωθεί και να ανακόψει τη δυναμική του Μπέπε Γκρίλο, ενώ ταυτόχρονα να αλλάξει ο εκλογικός νόμος για να δυσκολέψουν το Κίνημα Πέντε Αστέρων. Όμως με μια κυβέρνηση τεχνοκρατών στην εξουσία ο Γκρίλο είναι αυτός που θα ενισχυθεί τελικά.
Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, το οποίο οι δημοσκοπήσεις δίνουν νικητή σε περίπτωση εκλογών με το ισχύον πλειοψηφικό σύστημα, επιδιώκει την προσφυγή στις κάλπες το συντομότερο δυνατόν.
Όμως όλες οι άλλες πολιτικές παρατάξεις είναι αντίθετες με τη διεξαγωγή εκλογών πριν από την επιστροφή σε ένα αναλογικότερο εκλογικό σύστημα ακριβώς επειδή φοβούνται μια νίκη του Κινήματος των Πέντε Αστέρων. Προτιμούν να προηγηθεί η τροποποίηση του εκλογικού νόμου από τη Βουλή των Αντιπροσώπων προς μια αναλογική μορφή.
Σε κάθε περίπτωση ο κωμικός Μπέπε Γκρίλο έχει τεράστια δυναμική αυτή τη στιγμή. Εμφανίζεται ως ο πατέρας της νίκης του «όχι».
Ο στόχος του είναι ένας. Τουλάχιστον προεκλογικά... το Κίνημα των Πέντε Αστέρων και η Λίγκα του Βορρά έχουν υποσχεθεί, εάν έρθουν στην εξουσία, να κάνουν δημοψήφισμα για τη συμμετοχή της Ιταλίας στη νομισματική ένωση, ενώ οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι από όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., η στήριξη της Ιταλίας στο ευρώ είναι μια από τις χαμηλότερες.
Βέβαια κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει αν τελικά ο Γκρίλο έρθει στην εξουσία.
Οι τράπεζες ο μεγαλύτερος κίνδυνος
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την ιταλική αλλά και και προφανώς για την ευρωπαϊκή οικονομία προέρχεται από τις ιταλικές τράπεζες, οι οποίες μαστίζονται από υπέρογκα κόκκινα δάνεια και πολλές από αυτές χρειάζονται ανακεφαλαιοποίηση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση απαιτούσε πριν από λίγους μήνες από τον Ρέντσι να ακολουθήσει τη μέθοδο του bail in, δηλαδή του κουρέματος των καταθέσεων στις ιταλικές τράπεζες.
Ο Ρέντσι είχε σαφώς δηλώσει στη Μέρκελ ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ στην Ιταλία, η Γερμανία είχε υποχωρήσει και ο Ρέντσι είχε αποφασίσει να καλύψει τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών με αυξήσεις κεφαλαίου από την αγορά αλλά και από τον Προϋπολογισμό αν χρειαστεί σπάζοντας τους ευρωπαϊκούς κανόνες.
Η νίκη του Ρέντσι απέναντι στη Μέρκελ δεν έγινε επειδή η Γερμανίδα «αγάπησε» ξαφνικά τους Ιταλούς. Δεν πρέπει κανείς να ξεχνάει ότι η Ιταλία είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.
Οι διεθνείς οικονομικοί αναλυτές φοβούνται ότι η ανακεφαλαιοποίηση των ιταλικών τραπεζών θα είναι πολύ δύσκολη επειδή οι επενδυτές θα φοβηθούν να τοποθετήσουν κεφάλαια σε μια χώρα με πολιτική αστάθεια. Αν οι επενδυτές δεν βάλουν λεφτά, θα χρειαστεί η κυβέρνηση να βάλει σημαντικά κεφάλαια από τον ιταλικό προϋπολογισμό δεδομένου ότι τα κόκκινα δάνεια ανέρχονται επισήμως σε 380 δισ. ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση, ο ιταλικός προϋπολογισμός δεν αντέχει τόσο μεγάλο ποσό, καθώς το δημόσιο χρέος της χώρας ξεπερνά το 132% του ΑΕΠ, ποσοστό που θεωρείται ήδη ιδιαίτερα υψηλό με βάση τα διεθνή κριτήρια.
Μάλιστα οι Ιταλοί δεν μπορούν να προσβλέπουν σε βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ενωση, αφού με βάση τους ευρωπαϊκούς νόμους για να ενισχύσει η Ε.Ε. ένα τραπεζικό σύστημα πρέπει πρώτα να έχει προηγηθεί bail in, δηλαδή κούρεμα όλων των καταθέσεων, εν΄η επιβολή μνημονίου σε μια τόσο μεγάλη οικονομία είναι αδύνατη.
Τουλάχιστον πάντως για σήμερα, Δευτέρα, στις ευρωπαϊκές αγορές υπάρχει σχετική ηρεμία, καθώς την κατάσταση της Ιταλίας σώζει για την ώρα με παρεμβάσεις του ο Μάριο Ντράγκι.
SHARE THIS
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου