6 Ιουλ 2011

Η Μάρθα Καραγιάννη επιστρέφει στο Κερατσίνι

Κυριακή πρωί στα Ιλίσσια. Χτυπάω το κουδούνι του σπιτιού της Μάρθας Καραγιάννη.
“Κατεβαίνω”, μου λέει.
Αργεί λίγο κι ανάβω τσιγάρο. “Οι σταρ αργούν πάντα”, σκέφτομαι.
Τη βλέπω να κλείνει την πόρτα της εισόδου στην πολυκατοικία που μένει. Φορά ένα μακρύ λευκό φόρεμα. Το μόνο στολίδι πάνω της είναι ένα χειροποίητο κόσμημα στο λαιμό.
“Τις Κυριακές κατεβαίνω στο Σύνταγμα. Δεν πάει άλλο αυτή η κατάσταση. Ελπίζω να ‘χουμε τελειώσει το γύρισμα μέχρι το απόγευμα. Θέλω να παραβρεθώ στη συγκέντρωση”.
Της χαμογελάω και τη διαβεβαιώνω ότι θα ‘χουμε τελειώσει.

Η Μάρθα επιστρέφει στο σπίτι που γεννήθηκε και μεγάλωσε. Ένα σπίτι χαμηλό, στην καρδιά των προσφυγικών, στα Ταμπούρια. Ένα σπίτι με μια υπέροχη αυλόπορτα, μια εξίσου υπέροχη αυλή και μια ολάνθιστη βουκαμβίλια. Στο ζενίθ της ανθοφορίας της.

Η Μάρθα Καραγιάννη αποδέχθηκε με μεγάλη χαρά την πρόταση του Δημάρχου Κερατσινίου Δραπετσώνας Λουκά Τζανή να συμμετάσχει σε ένα τηλεοπτικό σποτ για τη διάσωση και προβολή των θερινών κινηματογράφων που υπάρχουν στην περιοχή.

“Όπου και να πάω, όπου κι αν βρέθηκα στη ζωή μου, το Κερατσίνι το θεωρώ πάντα το σπίτι μου. Εκεί είναι η γειτονιά μου”.
“Κατεβαίνεις συχνά”, τη ρωτάω.
“Ναι, πολύ συχνά. Έχω πολλούς συγγενείς στο Κερατσίνι και στη Δραπετσώνα. Συνήθως πηγαίνω πρώτα στην ξαδέλφη μου, την Αντωνία, και μετά και οι δυο μας αρχίζουμε την περαντζάδα στο ένα και στο άλλο σπίτι. Κάθε φορά λαχταράω να τους δω όλους. Καφεδάκι, κουβέντα, φαγητό. Πηγαίνω συνήθως Σάββατο, εκεί προς το μεσημεράκι. Τα σοκάκια στα προσφυγικά μοσχοβολούν. Τηγανητές πιπεριές, ψάρια, γεμιστά. Από παντού σε κυκλώνουν οι μυρωδιές. Δεν υπάρχει πουθενά αλλού αυτό. Λες και ζεις σε άλλον τόπο και σε άλλο χρόνο. Το μόνο που ακούς από μακριά είναι η οχλοβοή του δρόμου”.

“Συναντάς παλιούς φίλους ή συμμαθήτριες”, τη ρωτάω.
“Ναι, αρκετούς. Οι πιο πολλοί ρίζωσαν σ’ αυτόν τον τόπο. Δε θέλουν να φύγουν από τα προσφυγικά. Γνωρίζουν ο ένας το βάσανο του άλλου. Τα μοιράζονται όλα. Ξέρεις, είχα συμμαθητή και τον Θύμιο Καρακατσάνη. Κι αυτός πάει στα Ταμπούρια, βρίσκει φίλους, παίζει τάβλι, πίνει το ουζάκι του”.
Η Μάρθα Καραγιάννη σε γύρισμα τηλεοπτικού σποτ για το Κερατσίνι

Παρκάρω στην Κωνσταντινουπόλεως, κάτω ακριβώς από το εγκαταλειμμένο εργοστάσιο του Καχραμάνογλου. Μιας φημισμένης υφαντουργικής βιομηχανίας, που κατέληξε άδοξα, εκεί κάπου στα τέλη του ’70. Το κτίριο εξαγοράστηκε από τον τότε Δήμο Κερατσινίου στο αστρονομικό ποσό του ενός εκατομμυρίου επτακοσίων χιλιάδων ευρώ και ακόμα παραμένει αναξιοποίητο. Πάντως, είναι προφανές ότι  η Δραπετσώνα και το Κερατσίνι αποτέλεσαν αποθήκες φτηνής εργατικής δύναμης και αποθετήρια πολλαπλών βιομηχανικών εγκαταστάσεων. Ακόμα και σήμερα, η βιομηχανική ταυτότητα των πόλεων αυτών είναι έντονη.

Το τηλεοπτικό συνεργείο στη θέση του. Η Μάρθα περνά σβέλτα από τα προσφυγικά σοκάκια.
“Γεια σου Μαρθούλα μου”, της φωνάζει μια γυναίκα από κάποιο μπαλκόνι.
“Γεια σου Σουλτάνα μου”, απαντά εκείνη. Οι άνθρωποι βγαίνουν από τις αυλές τους, τη χαιρετάνε, της λένε να μπει μέσα για καφέ. Κοιτάζω γύρω μου. Πριν από λίγο η Μάρθα μού είπε ότι εδώ σε κυκλώνουν οι μυρωδιές. Εκτός όμως από τις μυρωδιές σε κυκλώνουν και οι πολυκατοικίες. Οκταόροφες φυλακές με αμέτρητα κελιά. Σκέφτομαι ότι υπήρξαν κατά το παρελθόν δήμαρχοι και άθλιοι τοπικοί παράγοντες που ήθελαν ετούτον τον προσφυγικό συνοικισμό να τον ισοπεδώσουν και να φτιάξουν εξαόροφα, οκταόροφα και βάλε. Το χρώμα του μαύρου χρήματος και η συναλλαγή με τους εργολάβους. Άσε που κάποιοι δήμαρχοι ήτανε κι οι ίδιοι εργολάβοι.
Η Μάρθα Καραγιάννη στο Κερατσίνι

Το γύρισμα ξεκινά. Σκηνή πρώτη. Προσφυγικά.
“Στο Κερατσίνι υπάρχουν ακόμα γειτονιές με παιδιά”, λέει η Μάρθα.
Σκηνή δεύτερη. Δραπετσώνα, Λιπάσματα.
“Στη Δραπετσώνα υπάρχουν ακόμα άνθρωποι με ψυχή και φιλότιμο”. Η φράση αυτή βγαίνει μέσα από την ψυχή της.
“Στο Κερατσίνι και στη Δραπετσώνα υπάρχουν ακόμα θερινά σινεμά”.
Προς τιμήν της, το δημοτικό συμβούλιο του ενιαίου δήμου μετονόμασε τον θερινό κινηματογράφο “Κατερίνα” σε “Σινέ Μάρθα Καραγιάννη”. Ήταν μια πρόταση του Δημάρχου που την ξάφνιασε ευχάριστα.
“Δεν μπορώ να σου περιγράψω πόση χαρά νιώθω. Είναι πολύ μεγάλη τιμή για μένα ένας κινηματογράφος να έχει το όνομά μου. Και ξέρεις κάτι, είναι διπλή χαρά, γιατί αυτό έγινε στον τόπο μου”, μου λέει.

“Eίμαι πολύ χαρούμενος που η Μάρθα Καραγιάννη αποδέχθηκε την πρότασή μας για να συμμετέχει στην ταινία προβολής των δημοτικών μας κινηματογράφων”, λέει ο δήμαρχος και συμπληρώνει: “Την αγαπάμε όλοι μας πολύ. Βέβαια, πρέπει να πω ότι η Μάρθα, η Μαρθούλα όπως τη λέμε εμείς στο Κερατσίνι και στη Δραπετσώνα, ποτέ δεν έκοψε δεσμούς με τον τόπο που μεγάλωσε”.

Τα γυρίσματα κράτησαν μέχρι αργά το απόγευμα. Το συνεργείο κατάκοπο αλλά η Μάρθα έχει φοβερή ενέργεια. Συνεργάσιμη σε απίστευτο βαθμό και ακούραστη.
“Θες να σου φέρω κάτι”, τη ρωτάω.
“Νεράκι”.
“Σίγουρα δεν κουράστηκες;”
“Ξέρεις πόσες ώρες την ημέρα  κάναμε γύρισμα με τον Δαλιανίδη; Άσε την ώρα που σηκωνόμαστε το πρωί. Τόσα χρόνια πια... έχω μάθει ν’ αντέχω. Αυτή την εποχή κάνω γυρίσματα και για ένα σίριαλ του Μega. Θα προβληθεί από τη νέα τηλεοπτική σεζόν”.

Την ώρα της επιστροφής μας, κάπου στην Πειραιώς, τη ρωτάω αν τελικά θα πάει στο Σύνταγμα, στη συγκέντρωση των “Αγανακτισμένων”.
“Φυσικά”, μου λέει. “Αλήθεια σου λέω, δεν κουράστηκα. Αλλά ακόμα κι αν ήμουν κουρασμένη, πάλι θα πήγαινα. Να σου πω κάτι που σκέφτομαι αυτές τις μέρες; Μου το είχε πει ο Νίκος Ρίζος. Καθόμαστε ένα μεσημέρι, μετά το γύρισμα, να φάμε σε μια ταβέρνα. Εγώ δεν πεινούσα, ο Νίκος όμως έτρωγε με βουλιμία. Καθόμουν και τον κοίταζα που έτρωγε. Κάποια στιγμή, σταματάει να τρώει, με κοιτάει και μου λέει: “Ξέρεις γιατί γίνονται οι πόλεμοι;”. Μου ‘κανε εντύπωση η ερώτησή του. Δεν ήξερα πού το πήγαινε. “Οι πόλεμοι γίνονται γιατί κάποιοι τρώνε και κάποιοι άλλοι τους κοιτάνε”. Είχε απόλυτο δίκιο. Μας φέρανε σήμερα σε μια κατάσταση που δεν πάει άλλο. Όλοι μαζί πρέπει να αντιδράσουμε, αλλά όλοι μαζί. Συμφωνείς;”
http://mediasoup.gr/node/36641

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Recent Posts Widget

ΝΙΚΑΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ