Ο Γιώργης Μασσαβέτας με τη συλλογή διηγημάτων του που φέρει τον τίτλο «Γυναικείες ιστορίες» ξαναστήνει ένα σκηνικό της μνήμης από τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες
Αν και το βιβλίο τιτλοφορείται «Γυναικείες ιστορίες» , στο μέσα μέρος οι άνδρες, αν και τις περισσότερες φορές απόντες -ή απλώς, φευγάτοι-, είναι οι πρωταγωνιστές του χρονικού των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών στις γειτονιές του Πειραιά που αφηγείται ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Γιώργης Μασσαβέτας. Θα έλεγε κανείς πως η αφορμή για να γραφτεί αυτό το βιβλίο είναι οι άνδρες και το αποτύπωμά τους…
Το βιβλίο με 16 μικρά διηγήματα -«διηγήματα στερούμενα φαντασίας, καθώς η ζωή βρίσκει πάντα τον τρόπο να ξεπερνά τους ευφάνταστους συγγραφείς», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο ίδιος ο συγγραφέας- μαζί και με έναν απολύτως διαφωτιστικό πρόλογο προθέσεων, συμπεριφορών και ευαισθησιών, πρωτοβγήκε το 2003 και επανεκδόθηκε το 2016 από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης. Έρχεται ακριβώς τρία χρόνια μετά το αστυνομικό μυθιστόρημα με τίτλο «Έγκλημα στα Μανιάτικα», που εκδόθηκε και κυκλοφορεί από την Εστία, για να αποτελέσει δίχως άλλο τις αναπνοές από το απαραίτητο και αναγκαίο κοινωνικό υπόβαθρο που στηρίζει τον κόσμο του Μασσαβέτα - έναν κόσμο πραγματικό και καθόλου επινοημένο. Είναι οι γειτονιές στις φτωχοσυνοικίες του Πειραιά, εκεί που η Αριστερά της ΕΔΑ στις δεκαετίες του ΄50 και του ΄60 αποσπούσε θριαμβευτικά ποσοστά.
Αλλά, ας επανέλθουμε στις ιστορίες των γυναικών με παρόντες-απόντες άνδρες που περιβάλλουν τον συγγραφέα στα νιάτα του.
Το πιο δυνατό σημείο του βιβλίου το βρήκα στην αρχή κιόλας του βιβλίου. Στην σελίδα 13 γράφει ο Μασσαβέτας: «Άργησα πολύ να καταλάβω ότι όλο αυτό ήταν ένα διάλειμμα επίδειξης ισχύος αντρών που τους είχε, κατά κανόνα, πάρει από κάτω η ζωή. Που κατάπιναν τις μύριες ταπεινώσεις για να εξασφαλίσουν το ψωμί του σπιτιού τους. Πως όλα αυτά τα “τα πήγα και του χτύπησα το χέρι στο τραπέζι και του τα είπα έξω από τα δόντια” ήταν ενέσεις που έκαναν στον εαυτό τους, μεταγγίζοντας από το επιθυμητό στο εφικτό την αναγκαία ποσότητα αυτοεπιβεβαίωσης, για να μπορέσουν να αντέξουν το στραπατσάρισμα της επόμενης μέρας. Έστω και με ολίγη εικονική αυτοεκτίμηση».
Ο συγγραφέας όμως επιμένει: πρωταγωνίστριες είναι οι γυναίκες. Άλλωστε, η διαφωνία στον διάλογο ποτέ δεν έβλαψε κανένα. Γράφει ο Μασσαβέτας: «[...] Γι’ αυτό λοιπόν, στις ιστορίες που ακολουθούν πρωταγωνίστριες είναι γυναίκες. Πάσα αναφορά σε αρσενικούς “δευτεραγωνιστές” κρίθηκε ως αναπόφευκτη, αφού με τη σειρά τους σημάδεψαν τη ζωή όλων αυτών των γυναικών. Πολύ συχνά, τα σημάδια αυτά ήταν πυρακτωμένα. Άλλοτε επειδή το έφεραν οι καταστάσεις και όχι από σαδιστική επιλογή. Άλλοτε επειδή ήταν απλώς μια σφραγίδα που πιστοποιούσε την κυριαρχία του σερνικού πάνω στη δίποδη ιδιοκτησία του».
Σε κάθε περίπτωση το πρόσωπο που κυριαρχεί με την παρουσία του στις ιστορίες από τη νιότη του συγγραφέα είναι η Μάνα, η γυναίκα που τον μεγάλωσε, καθώς την πραγματική του μητέρα τη γνώρισε μεγάλος, όπως και τον πατέρα του, που μπαινόβγαινε στις φυλακές, αν και για διαφορετικούς λόγους στην αρχή και στο τέλος του εγκλεισμού του.
Από τις ζουμερές ιστορίες του κρατώ δύο. Η μία είναι «Ο παπα-Χολέβας» και με αφορά άμεσα, καθώς το περίφημο για την εποχή του Λύκειο Ρηνιωτάκη στην πλατεία Ελευθερίας του Κορυδαλλού ήταν για κάποια χρόνια αρχές δεκαετίας του ‘70 και το δικό μου σχολείο. Η δεύτερη, «Η Αγία και τα μάγια», μου φέρνει στη μνήμη εικόνες λαϊκής θρησκοληψίας από την περίοδο της Χούντας που έζησα μαζί με την οικογένεια μου στο Αιγάλεω. Οι παλαιότεροι θυμούνται πως είχε και το Αιγάλεω την… Αγία του!
http://www.protothema.gr
Αν και το βιβλίο τιτλοφορείται «Γυναικείες ιστορίες» , στο μέσα μέρος οι άνδρες, αν και τις περισσότερες φορές απόντες -ή απλώς, φευγάτοι-, είναι οι πρωταγωνιστές του χρονικού των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών στις γειτονιές του Πειραιά που αφηγείται ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Γιώργης Μασσαβέτας. Θα έλεγε κανείς πως η αφορμή για να γραφτεί αυτό το βιβλίο είναι οι άνδρες και το αποτύπωμά τους…
Το βιβλίο με 16 μικρά διηγήματα -«διηγήματα στερούμενα φαντασίας, καθώς η ζωή βρίσκει πάντα τον τρόπο να ξεπερνά τους ευφάνταστους συγγραφείς», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο ίδιος ο συγγραφέας- μαζί και με έναν απολύτως διαφωτιστικό πρόλογο προθέσεων, συμπεριφορών και ευαισθησιών, πρωτοβγήκε το 2003 και επανεκδόθηκε το 2016 από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης. Έρχεται ακριβώς τρία χρόνια μετά το αστυνομικό μυθιστόρημα με τίτλο «Έγκλημα στα Μανιάτικα», που εκδόθηκε και κυκλοφορεί από την Εστία, για να αποτελέσει δίχως άλλο τις αναπνοές από το απαραίτητο και αναγκαίο κοινωνικό υπόβαθρο που στηρίζει τον κόσμο του Μασσαβέτα - έναν κόσμο πραγματικό και καθόλου επινοημένο. Είναι οι γειτονιές στις φτωχοσυνοικίες του Πειραιά, εκεί που η Αριστερά της ΕΔΑ στις δεκαετίες του ΄50 και του ΄60 αποσπούσε θριαμβευτικά ποσοστά.
Αλλά, ας επανέλθουμε στις ιστορίες των γυναικών με παρόντες-απόντες άνδρες που περιβάλλουν τον συγγραφέα στα νιάτα του.
Το πιο δυνατό σημείο του βιβλίου το βρήκα στην αρχή κιόλας του βιβλίου. Στην σελίδα 13 γράφει ο Μασσαβέτας: «Άργησα πολύ να καταλάβω ότι όλο αυτό ήταν ένα διάλειμμα επίδειξης ισχύος αντρών που τους είχε, κατά κανόνα, πάρει από κάτω η ζωή. Που κατάπιναν τις μύριες ταπεινώσεις για να εξασφαλίσουν το ψωμί του σπιτιού τους. Πως όλα αυτά τα “τα πήγα και του χτύπησα το χέρι στο τραπέζι και του τα είπα έξω από τα δόντια” ήταν ενέσεις που έκαναν στον εαυτό τους, μεταγγίζοντας από το επιθυμητό στο εφικτό την αναγκαία ποσότητα αυτοεπιβεβαίωσης, για να μπορέσουν να αντέξουν το στραπατσάρισμα της επόμενης μέρας. Έστω και με ολίγη εικονική αυτοεκτίμηση».
Ο συγγραφέας όμως επιμένει: πρωταγωνίστριες είναι οι γυναίκες. Άλλωστε, η διαφωνία στον διάλογο ποτέ δεν έβλαψε κανένα. Γράφει ο Μασσαβέτας: «[...] Γι’ αυτό λοιπόν, στις ιστορίες που ακολουθούν πρωταγωνίστριες είναι γυναίκες. Πάσα αναφορά σε αρσενικούς “δευτεραγωνιστές” κρίθηκε ως αναπόφευκτη, αφού με τη σειρά τους σημάδεψαν τη ζωή όλων αυτών των γυναικών. Πολύ συχνά, τα σημάδια αυτά ήταν πυρακτωμένα. Άλλοτε επειδή το έφεραν οι καταστάσεις και όχι από σαδιστική επιλογή. Άλλοτε επειδή ήταν απλώς μια σφραγίδα που πιστοποιούσε την κυριαρχία του σερνικού πάνω στη δίποδη ιδιοκτησία του».
Σε κάθε περίπτωση το πρόσωπο που κυριαρχεί με την παρουσία του στις ιστορίες από τη νιότη του συγγραφέα είναι η Μάνα, η γυναίκα που τον μεγάλωσε, καθώς την πραγματική του μητέρα τη γνώρισε μεγάλος, όπως και τον πατέρα του, που μπαινόβγαινε στις φυλακές, αν και για διαφορετικούς λόγους στην αρχή και στο τέλος του εγκλεισμού του.
Από τις ζουμερές ιστορίες του κρατώ δύο. Η μία είναι «Ο παπα-Χολέβας» και με αφορά άμεσα, καθώς το περίφημο για την εποχή του Λύκειο Ρηνιωτάκη στην πλατεία Ελευθερίας του Κορυδαλλού ήταν για κάποια χρόνια αρχές δεκαετίας του ‘70 και το δικό μου σχολείο. Η δεύτερη, «Η Αγία και τα μάγια», μου φέρνει στη μνήμη εικόνες λαϊκής θρησκοληψίας από την περίοδο της Χούντας που έζησα μαζί με την οικογένεια μου στο Αιγάλεω. Οι παλαιότεροι θυμούνται πως είχε και το Αιγάλεω την… Αγία του!
http://www.protothema.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου